The Temple – As Once Was (self-released)

the temple.againstthesilence.com

 

Ο χαρακτηρισμός, ακόμη κι ο προσδιορισμός του «παραδοσιακού» εμπεριέχει ένα παράδοξο – ή, καλύτερα ακόμα, μια παρεξήγηση. Ο όρος «παραδοσιακό» χρησιμοποιείται κατά κόρον για να προσδώσει σε κάτι μια έννοια ιστορικότητας: παραδοσιακό είναι αυτό που ανταποκρίνεται σε πρότυπα μιας περιόδου χωρίς να παρεκκλίνει από αυτά, ουσιαστικά αναπαράγοντας ένα μοντέλο που είναι λίγο-πολύ φαντασιακό – που ανταποκρίνεται, με άλλα λόγια, σε μια εξιδανικευμένη εικόνα και σύλληψη, μια αποκαθαρμένη, καλογυαλισμένη και (πάνω απ’ όλα) στατική αναπαράσταση της παράδοσης.

Η παρεξήγηση έγκειται στο γεγονός ότι η παράδοση, εκ φύσεως, δεν είναι ποτέ στατική, αλλά, εν τω γίγνεσθαι. Η παράδοση είναι, πάνω απ’ όλα, εξόχως διαλεκτική ∙ μια συνεχής διαδικασία σύνθεσης, καταστροφής και ανασύνθεσης, προσαρμοζόμενη κάθε φορά στις νέες καταστάσεις ∙ μια διαρκής οικοδόμηση, κατεδάφιση και ανοικοδόμηση – ποτέ αναπαλαίωση.

Η στατικότητα πάντα υποδηλώνει τη μουσειακότητα ∙ η μουσειακότητα δηλώνει, με τη σειρά της την ιστορικοποίηση ∙ και η ιστορικοποίηση, την αδρανοποίηση – δηλαδή το τελείως αντίθετο της αυθεντικής σημασίας της παράδοσης. Και προξενεί πάντα εντύπωση ο τρόπος με τον οποίο πολλοί επιμένουν στο να εμμένουν, με διάφορες δικαιολογίες, ακριβώς στην υποστήριξη της λανθασμένης στατικής θεώρησης της παράδοσης – κι αυτό γιατί η νότα προς νότα, ριφ προς ριφ αναπαραγωγή της σε σύγχρονο συγκείμενο, συνοδευόμενη από μερική ή πλήρη έλλειψη κριτικής, θα μπορούσε κάλλιστα να ερμηνευτεί ως άκρατος συντηρητισμός ∙ όπως, εξάλλου, κάθε εξιδανικευμένη προβολή ενός ένδοξου παρελθόντος, απ’ όπου κι αν προέρχεται.

Συνεπώς, η αποδοχή κάθε επίκλησης –ακόμη κι ως αυτοπροσδιορισμός – της παράδοσης θα πρέπει να γίνεται, όπως λένε και οι αγγλόφωνοι, with a pinch of salt.

Ομολογώ ότι όλα αυτά μου πέρασαν από το μυαλό όταν πήρα στα χέρια μου το As OnceWas των The Temple. Η αισθητική του, εκ πρώτης όψεως, είναι τυπική old-school doom (υπάρχει η άποψη ότι το layout οφείλει να τηρεί και να χρησιμοποιεί συγκεκριμένα μοτίβα έτσι ώστε να ’ναι άμεσα αναγνωρίσιμο από τους οπαδούς τους είδους – κι όχι μόνο όσον αφορά το doom metal, είναι γενικότερη πεποίθηση) ∙ η αίσθηση που είχα ήταν ότι και η μουσική θα ήταν εξίσου τυπική, «παραδοσιακή»(με την κακή έννοια που περιέγραψα παραπάνω) του ιδιώματος. Αυτός ήταν, κυρίως, ένας από τους λόγους που έκανα αρκετό καιρό να ασχοληθώ μαζί του.

Πρέπει, ως εκ τούτου, να ομολογήσω ότι ήμουν ως ένα βαθμό εξαιρετικά άδικος απέναντι τους. Στο μεγαλύτερο μέρος του As Once Was, τα μουσικά μοτίβα δεν θα λέγαμε ότι προτείνουν κάτι καινοτόμο ή πρωτοπόρο, ακόμη και για τα στεγανά του doom metal: τα ριφ είναι αργά (όπως πρέπει να είναι), τα lead μπαίνουν σε καίρια σημεία (χωρίς να μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει τους The Temple ως γλυκανάλατους – μεγάλο πλεονέκτημα για σύγχρονη doom metal μπάντα), οι φωνητικές γραμμές δομούνται πάνω σε πρότυπα ψαλμωδίας, αρκούντως επιβλητικές και θρηνώδεις (και ευτυχώς, για μια ακόμη φορά, μακριά από οποιαδήποτε υπερευαισθησία). Ο τίτλος του ΕΡ είναι, εντέλει, κάτι παραπάνω από ενδεικτικός: Όπως ήταν κάποτε, κι όχι όπως είναι τώρα.

Κι εδώ ακριβώς είναι το ζήτημα: έχοντας κατά νου το πώς είναι το doom metal τώρα, μου είναι πάρα πολύ δύσκολο να αποκηρύξω τους The Temple και την εμμονή τους στο«παραδοσιακό». Αυτό, εν μέρει, επειδή δεν μπορώ να διακρίνω κάποια ανειλικρίνεια, ή έστω κάποια εκζήτηση, που είναι πολύ συχνά εμφανής σε όλα αυτές τις τάσεις αναπαλαίωσης, σε αυτό που κάνουν ∙ ακούγονται πραγματικά να γουστάρουν οι ίδιοι που παίζουν αυτή τη μουσική. Κι ίσως, από την άλλη μεριά, η συμπάθεια μου να προκύπτει από το γεγονός ότι θεωρώ πως η διαλεκτική του «παραδοσιακού» πάντα περικλείει στη διαδικασία ανασύνθεσης την μνήμη της προγενέστερης κατάστασης ∙ ουδέποτε συντελείται εν κενώ, κι ουδέποτε αποκηρύσσει και κατεδαφίζει συθέμελα, μα χτίζει πάνω σε προϋπάρχοντα θεμέλια, τα οποία, μεταξύ άλλων, διατηρεί ως υποστυλώματα. Χωρίς αυτά, εξάλλου, η ίδια η έννοια της συνέχειας θα ήταν κενή περιεχομένου. Ανοικοδόμηση δεν σημαίνει οπωσδήποτε και αναπαλαίωση, όσο κι αν πολλές φορές δηλώνεται ή υποδηλώνεται η ισοδυναμία των δύο αυτών εννοιών.

Ως εκ τούτου, τα τέσσερα κομμάτια (το ένα εκ των οποίων διασκευή) του As Once Was είναι ένα εξαιρετικό δείγμα του τότε που επιβιώνει, ή προσπαθεί να επιβιώσει στο τώρα. Οψόμεθα, ωστόσο, και δικαίως, για το μετά.

 

 

ΑΤΜ

 

 

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.