(Σημείωση: Παλαιότερη δισκοκριτική που είχε γραφτεί όταν κυκλοφόρησε ο δίσκος πριν ακριβώς δέκα χρόνια.)
Μια ματιά στο εξώφυλλο αρκεί για να καταλάβουμε πως δεν ξεμπλέκεις εύκολα με τούτον εδώ τον δίσκο. Ο ίδιος ο Gary O’Donell, μιας και το συγκρότημα αυτό αποτελεί κατά κάποιον τρόπο το προσωπικό του σχήμα, κάθεται πάνω σε ένα κρεβάτι έχοντας μπροστά του στημένα κουτάκια μπύρας, πίσω του μια μοιραία κοιμωμένη και στο κεφάλι του ένα hangover ολκής. Το απλανές αυτό βλέμμα ενός αξύριστου τύπου ανήκει στην φωνή των διαλυμένων αλλά όχι ξεχασμένων PLANES MISTAKEN FOR STARS, ενός από τα σπουδαιότερα σχήματα του σκληρού ήχου που αναδείχθηκαν την προηγούμενη δεκαετία. Με αυτό εδώ το album έρχεται να δηλώσει ξανά παρών με την σύμπραξη του Chad Darby των SHIP THIEVES στο μπάσο και του George Rebelo των HOT WATER MUSIC, παρακαλώ, στα τύμπανα, καθώς και με τη συμμετοχή διάφορων άλλων μουσικών.
Όλα αυτά τα χρόνια, μάλλον ο ομορφούλης Gary δεν πρέπει να ήταν και στις καλές του, περιδιαβαίνοντας μέρη με την ακουστική του κιθάρα, συνεχίζοντας να κάνει αυτό που αριστοτεχνικά έμαθε να πράττει με το πρώην σχήμα του: να γράφει πικρούς στίχους και να καταναλώνει ουσίες και οινοπνεύματα. Ίσως τελικά αυτά τα 9 κομμάτια του να είναι η δική του λύτρωση. Κομμάτια που θα θύμιζαν τον Bruce Springsteen, αν είχε αποτύχει στα στάδια που έπαιζε και έψαχνε παρηγοριά στα cd των παιδιών του που όντως ακούνε hardcore – punk, χωρίς να αποχωριστεί τις λαϊκές ρίζες του. Ακόμη και ο Greg Dulli θα μπορούσε να ερμήνευε ο ίδιος τις παρούσες συνθέσεις αν, αντί να κατάγεται από την Πελοπόννησο και την soul αισθητική της, είχε ως βάση τα punk απολειφάδια του Gainesville.
Όσον αφορά τον δίσκο καθ’ αυτό, έχουμε από τη μια δυνατά κομμάτια που δεν ακολουθούν την πεπατημένη, αλλά διαθέτουν την δικιά τους ξεχωριστή πυγμή και από την άλλη χαμηλότονες στιγμές που καταπραΰνουν με τους καταχθόνιους στίχους τους. Δύσκολο να βρεθούν λόγια για να περιγράψουν την γοητεία των εθιστικών μελωδιών των “Hush Money” & “Say When” τα οποία θα απολάμβαναν τον όρο του σουξέ σε έναν ουτοπικό κόσμο. Ας μην φλυαρήσουμε λοιπόν πάνω στην αφοπλιστική σκοτεινιά του “Get Free”, την απόκοσμη σκληράδα του “Hexing”, την περίεργη αίτηση διαζυγίου με το “Wish You Were Her(e)” ή την λυτρωτική λιακάδα του “North Of Tenth” που κλείνει τον δίσκο.
Η μαγεία της δουλειάς αυτής έγκειται στο γεγονός πως ενώ εκ πρώτης επαφής φαντάζει ένα συνονθύλευμα ανόμοιων συνθέσεων, στη συνέχεια γίνεται αντιληπτό το αόρατο νήμα που δένει και τα 9 τραγούδια και αυτό δεν είναι άλλο από την έννοια της διαύγειας. Της διαύγειας του ήχου ακόμη και στα πιο θορυβώδη περάσματα, αλλά και την καθαρότητα των προθέσεων του Gary να απογαλακτιστεί από το παρελθόν του, μουσικά και συναισθηματικά, και να αφοσιωθεί στον Americana ήχο με τον ιδιαίτερο ύφος της προσέγγισης του.
Σίγουρα βοηθά η ικανότητα των συνεργατών του που μας παραδίδουν άρτιες εκτελεστικά και ενορχηστρικά συνθέσεις. Είναι όμως να το έχει κανείς και ο συγκεκριμένος τύπος δείχνει ξεκάθαρα πως το έχει.
Μπάμπης Κολτράνης