Τι είναι αυτό που οδηγεί μια μπάντα να βγάζει δίσκους επί τριάντα χρόνια με ένα σταθερό ρυθμό; Και πόσο μάλλον αξιομνημόνευτους, με την ίδια ενέργεια και έμπνευση από τότε. Ίσως είναι η αγάπη και η αφοσίωση στη μουσική τους, ίσως και κάτι άλλο. Δεν ξέρω αν υπάρχει καθαρή απάντηση. Μόνο οι ίδιοι την ξέρουν. Ο λόγος για τους αγαπημένους Neurosis και τον τελευταίο τους δίσκο Fires within fires. Το συγκεκριμένο LP βγήκε και με αφορμή τα 30 χρόνια που ξεκίνησαν σαν μπάντα.
Είναι αναμενόμενο λοιπόν να ακούς στοιχεία των προηγούμενων δίσκων στη τελευταία τους δουλειά. Από την αρχή του με το “Bending Light”, ξεκινά μια αφήγηση για έναν περιπλανώμενο τύπο, όπου σέρνει το κουφάρι της μελαγχολίας του ρίχνοντας κλεφτές ματιές πίσω. Η αργόσυρτη κιθάρα και το παρανοϊκό synth ντύνει με ένα γκρίζο μουσικό πέπλο την ιστορία του και θυμίζει κάτι από το Through Silver in Blood. Και εκεί στη μέση του γίνεται το ξέσπασμα σε ένα sludge-doom κατασκεύασμα, με τα πνιχτά φωνητικά του Scott Kelly να αφηγούνται τη μοίρα του καταδικασμένου πρωταγωνιστή. Τα κομμάτια “A Shadow Of Memory” και “Fire Is The End Lesson” ολοκληρώνουν το πρώτο μισό του δίσκου. Κινούνται σε εξίσου αργόσυρτα πρότυπα και δείχνουν με μια σακούλα στα κεφάλια τους το Enemy Of The Sun. Όχι, γιατί είναι ρουφιάνοι αλλά γιατί είναι τα παρατημένα παιδιά του. Η μονολιθικότητα της κιθάρας είναι κεντρικό στοιχείο στα δίδυμα και η φωνή της λογικής μέσα στη καταδίκη είναι το ηλεκτρονικό στοιχείο του ημίτρελου Noah Landis. Παράδοξη εικόνα και άκουσμα αλλά η αντίθεση σε χρώματα της μουσικής ήταν ανέκαθεν στοιχείο των Neurosis.
Η εισαγωγή του “Broken ground” είναι άλλο ένα παράδειγμα τούτης της τακτικής. Η ήρεμη εισαγωγή έρχεται σε αντίθεση με την αγριότητα του πρώτου μισού δίσκου. Θυμίζει και κάτι από τις προσωπικές δουλειές των Steve von Till και Scott Kelly. Αλλά η νηνεμία δεν κρατάει πολύ. Η μπάσα φωνή του Steve von Till χτίζει την ατμόσφαιρα για την καταιγίδα που θα ακολουθήσει. Φωνές, ξεσπάσματα, όγκος και απελπισία. Εδώ νομίζω είναι η σούμα των Neurosis συμπιεσμένη μέσα σε ένα κομμάτι. Η παραγοντοποίηση των συναισθημάτων συρρικνώνεται και αναπνέει μέσα από την ήρεμη/άγρια δυναμική που επικρατεί στο κομμάτι. Σαν ένα προσωρινό αντίο στο παλιό και ένα καλωσόρισμα στο καινούργιο. Και κάπου εκεί ξεκινά το τελευταίο κομμάτι του δίσκου ονόματι “Reach”. Η όμορφή εισαγωγή σηματοδοτεί μια αλλαγή και μια στροφή σε σχέση με τον υπόλοιπο δίσκο. Το ντουέτο φωνητικών σε συνδυασμό με την ηρεμία της κιθάρας και την επιτηδευμένη ένταση στα τύμπανα, δημιουργεί μια κατάσταση σχεδόν υπνωτική. Μια κατάσταση που δεν θα διαρκέσει πολύ. Καθώς τρία λεπτά πριν το τέλος, χτυπάει το ξυπνητήρι. Απότομο και επαναλαμβανόμενο. Ένα παρανοϊκό μείγμα με φωνές και κιθάρες να χτυπάνε από παντού και στο τέλος να ακούγεται η λέξη “Reach” από τα χείλη του Scott Kelly.
Ακούγοντας τον δίσκο ξανά και ξανά, από διάφορα μέσα, κατέληξα ότι ο καλύτερος τρόπος για να αφουγκραστείς πλήρως το αποτέλεσμα είναι με ένα ζευγάρι καλά ακουστικά. Εκεί καταλαβαίνεις τις διακριτικές ηλεκτρονικές και την παραγωγή του Steve Albini. Λεπτομέρειες που κάνουν την διαφορά. Και στον συγκεκριμένο δίσκο, νομίζω, θέλει μια τέτοια προσοχή καθώς ακούς την ιστορία τους μέσα από 5 κομμάτια και κάθε ένα αποτελεί ένα ταξίδι στο παρελθόν, δείχνοντας ταυτόχρονα σε ένα καινούργιο, ανεξερεύνητο μονοπάτι.
ichie