Πάνω από ένας μήνας έχει ήδη περάσει από την κυκλοφορία του ATGCLVLSSCAP και τίποτε απολύτως δε διευκολύνει τις λέξεις να μπουν υπάκουα σε μια σειρά για να περιγράψουν αυτή την ακουστική εμπειρία.
Μια εύκολη αρχή θα ήταν να μιλήσει κανείς για τη θεματική και τεχνική σύνθεση του δίσκου, ο οποίος αποτελείται από έναν αξιοπρεπή μπαξέ Live, κυρίως αυτοσχεδιαστικών εκτελέσεων παλαιότερων (“Doom Sticks”, “Nowhere/Catastrophe”), αλλά και ακυκλοφόρητων κομματιών σε ηλεκτρονικό μουσικό περιβάλλον.
Οι εκτελέσεις είναι δώδεκα τον αριθμό και προέρχονται από δώδεκα διαφορετικές εμφανίσεις, τις οποίες πραγματοποίησαν οι Ulver μες το 2014. Δώδεκα είναι και τα ζώδια που τόσο διασκεδάζουμε να διαβάζουμε, ενώ μαχητικά ισχυριζόμαστε ότι δεν πιστεύουμε σε αυτά. Δώδεκα είναι και τα γράμματα που απαρτίζουν τον τίτλο του δίσκου και ανταποκρίνονται στο αρχικό γράμμα καθενός από αυτά, καθιστώντας τον πλέον δυσπρόφερτο τίτλο δουλειάς τους στο βάθος των αιώνων.
Καλά όλα αυτά, ενημερωτικά και διαπιστώσιμα. Αλλά δεν έχουν καμία απολύτως σημασία. Το μόνο που έχει σημασία είναι η απίστευτη αλλαγή στάσης του ακροατή κάθε φορά που προστίθεται μία ακόμα επανάληψη του «play». Αυτό που την πρώτη πρώτη φορά λαμβάνεται ως ένα συνονθύλευμα άσχετων μεταξύ τους ήχων, σε ήπια ενοχλητικό μάλιστα βαθμό, καταλήγει να ντύνει διακριτικά καθημερινές διαδρομές, ενδόμυχες σκέψεις, ήσυχα πρωινά και ανήσυχα βράδια.
Όσο οι Ulver πειραματίζονται και δε θυμίζουν ούτε κατά διάνοια τα πωρωμένα νιάτα του Bergtatt, αλλά ούτε καν την παθιασμένη μελαγχολία του Blood Inside, άλλο τόσο δεν παύουν να είναι η μπάντα, η οποία σου κινεί την περιέργεια όσο καμία άλλη.
Κι επειδή αμισθί ψυχανάλυση δεν κάνουμε παρά μόνο στους εαυτούς μας, δε θα εξετάσουμε το πώς και το γιατί η απόσταση που διένυσαν και φαίνεται να εξακολουθούν να διανύουν οι Ulver είναι τόσο μεγάλη. Θα τους αγαπάμε μόνο λίγο παραπάνω που δημιουργούν ήχο για τις αντίστοιχες δικές μας περιπλανήσεις.
Βικτώρια