Porter Ricks/Serafim Tsotsonis Live

 

Υπήρχε κάποτε μια εποχή που κρυφοκοιτάζαμε συναυλίες που γινόντουσαν έξω και σχεδιάζαμε είτε στο μυαλό, είτε στην πράξη ταξίδια και τρόπους να μην τις χάσουμε. Πλέον η συχνότητα και η ποιότητα των συναυλιών εδώ είναι τέτοια που δεν θα μου έκανε εντύπωση αν κόσμος απέξω σχεδίαζε με τον ίδιο προαναφερθέντα τρόπο την επίσκεψή του στα μέρη μας (αναθεματισμένο airbnb θα τα πούμε για σένα σε άλλο κείμενο). Στο πλαίσιο αυτό υπάρχει βέβαια ο κίνδυνος όλο αυτό να αποκτήσει χαρακτηριστικά βιομηχανίας, με την ουσία να χάνεται ανάμεσα σε σπόνσορες και lifestyle. Αυτό είναι ήδη μια πραγματικότητα στις μουσικές πρωτεύουσες του κόσμου και πιθανόν να συμβαίνει και εδώ το ίδιο, απλώς να μην το έχουμε πάρει χαμπάρι, αν και θα έπρεπε να έχουμε ψυλλιαστεί τις όποιες αλλαγές έχουν συμβεί, παρατηρώντας τον “άσχετο” κόσμο που κάθεται δίπλα μας σε κάθε σχεδόν συναυλιακό δρώμενο στην Αθήνα.

Αν αυτό δεν συνέβαινε και το τελευταίο Σάββατο στο κλείσιμο της σεζόν για την Αγγλικανική Εκκλησία με τον ερχομό των Porter Ricks, κάτι δεν θα πήγαινε καλά. Παρ’ όλ’ αυτά, το γεγονός ότι οι παραγωγοί των συναυλιών τηρούν πιστά τη γραμμή να φέρνουν ποιοτικά ονόματα της σύγχρονης ηλεκτρονικής και πειραματικής σκηνής δημιουργεί ένα δεδομένο ότι ο κόσμος ξέρει τι θα δει ή μάλλον τι δεν θα δει. Άρα, αν προσθέσουμε το γεγονός ότι έχουμε να κάνουμε με έναν χώρο λίγων θέσεων και με ένα όνομα τη συγκεκριμένη βραδιά το οποίο ανήκει στον ευρύτερο χώρο της techno (του είδους που και δεν έχει μεγάλη πέραση στα μέρη μας και απευθύνεται σε άλλου είδους χώρους), δημιουργήθηκε ένα πλαίσιο όπου ήταν λογικό να μην έχουμε το συνηθισμένο σολντ άουτ που κάνει το μέρος. Για καλό θα έλεγα!

Η βραδιά δεν άργησε να εισέλθει στο κομμάτι για το οποίο είχαμε προσέλθει, με τον Σεραφείμ Τσοτσώνη να ξεκινά την επίδειξη των ικανοτήτων του πάνω σε αυτό που λέγεται σύνθεση στην ηλεκτρονική μουσική. Δυστυχώς, το σετ αρχικά ήταν τόσο αδιάφορο όσο η σκόνη που πηγαινοερχόταν σχεδόν παγιδευμένη στις λωρίδες του φωτισμού. Στη συνέχεια, το αδιάφορο μετατράπηκε σε κακό, καθώς ο ήχος μπορεί να μην ήταν δυνατός, αλλά είναι έτσι φτιαγμένος ο χώρος που σε βάζει να προσέχεις και την κάθε λεπτομέρεια της εκάστοτε συναυλίας. Αυτό δεν βοηθούσε τον δημιουργό, μιας και έκαναν μπαμ οι αδυναμίες του ασύνδετου υλικού του και πρωτίστως δεν βοηθούσε εμάς να καταλάβουμε γιατί τραβά τόσο πολύ αυτή η πομπώδης επίδειξη που αγνοούσε τα βήματα που έχει κάνει η ηλεκτρονική μουσική εδώ και πολλές δεκαετίες (και ναι, το νέο βίντεο του OPN κολλούσε τέλεια στην ερμηνεία της περίστασης). Κάπως έτσι φτάσαμε στο γεγονός να ακολουθηθεί και encore μετά τη λήξη του 50λεπτου (και βάλε) σετ μετά και τον ενθουσιασμό μιας μερίδας του κόσμου, με αποτέλεσμα (εδώ μπαίνει spoiler) να έχουμε το πρωτοπόρο για τα ήθη γεγονός να παίζει το “support” περισσότερο από το όνομα για το οποίο και ήρθαμε!

Χωρίς καμία σχεδόν παύση, οι Porter Ricks, το ντουέτο των Andy Mellwig και Thomas Köner, ανέλαβε να μας συνεφέρει κάπως, και ομολογουμένως το κατάφερε εξαίσια. Συνήθως λέγεται ότι οι τάδε είναι πρωτοπόροι με περίσσια ευκολία, αλλά εδώ είναι αλήθεια ότι το σχήμα αυτό έβγαλε έναν πρωτοποριακό δίσκο το ’96 εγκαθιδρύοντας το είδος του dub techno. Το δύσκολο επίτευγμα της υπόθεσης βέβαια δεν ήταν να μας πείσουν για την αξία της ιστορίας τους, αλλά για το σήμερα, και έχοντας ως βάση τον ήχο που εκφράζουν στις δύο αξιοπρεπείς τελευταίες τους κυκλοφορίες στην ιστορική Tresor, μετά και την επανεμφάνισή τους στο στερέωμα, το κατάφεραν με χαρακτηριστική άνεση. Ήχοι που περιπλέκονταν ανάμεσα στο techno, το ambient και το dub μεταφραζόντουσαν σε μια γλώσσα εξωγήινη, αλλά και γοητευτική, εγκεφαλική, αλλά και ευδιάκριτη. Οι ίδιοι προσπάθησαν να ταιριάξουν τη μουσική τους στον χώρο και σε ένα βαθμό κρίνω ότι το κατάφεραν με το σχεδόν 50λεπτό τους σετ να κυλά ως μια μεγάλη σύνθεση με συνοχή, αλλαγές και πηγαία αισθητική. Encore βέβαια δεν είχε, και ο λόγος ήταν ότι χρόνος δεν υπήρχε, όπως μας έδειξε με την κίνηση των χεριών του ο Thomas. Το γιατί το είδαμε πριν.

Η επιτυχία μιας βραδιάς για κάποιο κόσμο έγκειται στο γεγονός της προσέλευσης ή του ενθουσιασμού που αφήνει πίσω του το όνομα του σχήματος, αλλά αυτό δεν λέει κάτι. Το νόημα βρίσκεται στην αίσθηση που αφήνει και στην ονειροπόληση που αφυπνίζει η εν λόγω μουσική, και με αυτόν τον τρόπο η βραδιά χάρις στους PR ήταν πετυχημένη. Ελπίζουμε αυτή η επιτυχία να καθορίσει τη συνέχεια αναλόγων βραδιών στον συγκεκριμένο χώρο.

 

Μπάμπης Κολτράνης

 

ΥΓ. Ευχαριστούμε την Alexandra Katsarou για την παραχώρηση της φωτογραφίας από τη συναυλία.

 

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.