Fire! – The Hands (rune grammophon)

Τι παίζει μια μπάντα; Τόνοι ονομασιών, ενίοτε διπλών, αλλά ποτέ αλυτρωτικών, προσφέρονται για να μας βοηθήσουν στο σκανάρισμα μουσικών. Συνήθως, όμως, κάθε προσπάθεια να ονοματίσουμε κάτι εξαρχής πρωτοποριακό καταλήγει στο κενό. Η ουσία της μουσικής δεν κρύβεται στο πώς θα την αποκαλούσαμε, αλλά στο να την ακούσουμε. Να την αφήσουμε να μας κατακτήσει και στη συνέχεια να κατακτήσουμε το βαθύτερο νόημά της. Γιατί αν δεν κρύβεται κάτι τέτοιο εντός της, τι σημασία έχει το οτιδήποτε όσον αφορά αυτήν;

Στα υπαρξιακά αυτά ερωτήματα, οι Fire!, το τρίο των Σουηδών Mats Gustafsson, Johan Berthling και Andreas Werliin, απαντά παίζοντας. Από εμπειρία άλλο τίποτα. Ειδικά ο σαξοφωνίστας Mats έχει ένα βιογραφικό που ζαλίζει. Ήδη βέβαια η μπάντα αυτή έχει αποτυπώσει μέσα από πέντε δίσκους το ποιόν της, οπότε τι άραγε μένει σε αυτό το άλμπουμ; Ακούγοντάς το, η απάντηση είναι ξεκάθαρη: “Πολλά!”. Καταρχάς μιλάμε για τον πιο απλό δίσκο που έχουν βγάλει. Μην περιμένετε όμως κάτι το στατικό, γιατί το ταλέντο αυτής της μπάντας είναι τέτοιο που μπερδεύεσαι σε στιγμές να βρεις ποιος είναι αυτός που την καθοδηγεί, πώς γίνεται κιθαριστικά μοτίβα χωρίς κιθάρα να σε συνεπαίρνουν και πώς συνθέσεις του ενός θέματος ακούγονται τόσο γεμάτες. Ούτε κρεσέντο εναλλαγών, ούτε ατέλειωτα solo, παρά μόνο αυτή η μαγεία που κλείνεις τα μάτια και μπαίνεις σε άλλο σύμπαν.

Αυτό δεν αφορά μόνο εμάς που ακούμε τις εφτά συνθέσεις του δίσκου, αλλά πρωτίστως τα μέλη της μπάντας, που πλέον λειτουργούν σε τέτοιο αρμονικό βαθμό ώστε να μην ξεφεύγει κανείς τους σε ένταση από το συνεκτικό πλαίσιο του ήχου τους. Ενώ αρχικά νομίζεις ότι ακούς συνέχεια το ίδιο, οι μουσικοί αλλάζουν τα χτυπήματα, εξαπολύονται αλλόκοτοι ήχοι και όλα είναι σαν να κινούνται αέναα, εκτός του μπασίστα Johan, που παίζει σαν να είναι στον κόσμο του μονότονου ριφ. Μόνο που, διάολε, ακόμη και όταν όλο αυτό το σκηνικό φτάνει στα άκρα (βλ. τις συνθέσεις που διαρκούν περισσότερο) ακούγεται όμορφο. Blues, spiritual, jazz, free, doom, rock, ψυχεδέλεια, όλα μαζί, το καθένα χωριστά και στο τέλος τίποτα παρά μόνο μια σπάνια πλέον μπασταρδεμένη αγνότητα.

Εν κατακλείδι, το The Hands όχι μόνο δεν κουράζει, όπως ίσως κάνουν παλαιότερες δουλειές τους, αλλά σε προϊδεάζει για μια ουσιαστική και ουσιώδη μελέτη ενός έργου που φαντάζει ξαναπαιγμένο, αλλά τελικά δεν είναι. Μπορεί να φανεί υπερβολικό, αλλά εδώ ούτε καν η κάθε ακρόασή του δεν είναι ίδια με την προηγούμενη, μιας και όλο θα ανακαλύπτεις διάφορα νέα στοιχεία στον συμπαγή αλλά κι ανοικτό σε κάθε ερμηνεία δίσκο. Φαντάσου δηλαδή!

 

 

Μπάμπης Κολτράνης

 

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.