Ο θείος Lemmy έλεγε πως αν καταφέρεις να κρατηθείς στο μουσικό στερέωμα για μία με δύο δεκαετίες, θα σε αποκαλούν θρύλο. Που να ήξερε πως με την πάροδο των χρόνων θα άλλαζαν εντελώς οι κανόνες του παιχνιδιού, καθώς η αποχή μίας τουλάχιστον δεκαετίας, κάνει μια μπάντα να φαντάζει ηρωική επιστρέφοντας στα παλιά μεγαλεία, γλυτώνοντας από την ενδιάμεση κούραση και αποταμιεύοντας χρήματα τις περισσότερες φορές ακόμη και για τα δισέγγονα των μελών της. Ευτυχώς στην περίπτωση των Sleater-Kinney που επιστρέφουν στην ενεργό δράση ακριβώς μετά από δέκα χρόνια, η δισκογραφική και κυρίως πολιτική παρακαταθήκη τους, τις γλυτώνει από όλα τα άσχημα σημάδια που συνήθως κουβαλά μια μουσική νεκρανάσταση.
Εκεί λοιπόν που περιμένεις ένα νοσταλγικό χάδι που θα φτάνει στην καλύτερη σε ένα περιπαικτικό σκαμπίλι, σκάει ένα άλμπουμ γεμάτο μουσικά κλωτσομπουνίδια. Δεν το συζητάω καν πως όσοι μεγάλωσαν στα τιμημένα ’90s θα ξανανιώσουν ακούγοντας το νεανίες. Ταυτόχρονα και έχοντας μάλλον πιο μεγάλη σημασία, ο δίσκος αυτός πέρα από καλοπαιγμένος, σφιχτοδεμένος και διάφορα άλλα διθυραμβικά που μπορούν να τον χαρακτηρίσουν, ακούγεται σύγχρονος τουλάχιστον για rock άκουσμα. ‘Αμεσο ξεκίνημα με χτύπημα στο σαγόνι, uptempo τσίτες, στεντόρειες φωνές, καθαροί στίχοι, απαραίτητα σουξέ, εφηβική ανεμελιά, punk rock συνείδηση και αργόσυρτο φινάλε, συγκροτούν έναν μισάωρο δίσκο που πραγματικά δεν του λείπει κάτι.
Υπάρχουν μάλιστα σημεία που νομίζεις πως ακούς κάτι κλασσικό που απλά διασκευάζεται από την μπάντα (βλ. “Bury Our Friends”), αλλά αυτό που συμβαίνει είναι η ίδια να γράφει με έξοχο τρόπο απλές και ταυτόχρονα πλούσιες μελωδίες. Σίγουρα η αρτιότητα των εκτελεστικών δυνατοτήτων της μπάντας, καθώς και η μη-χρήση μπάσου, αλλά δύο κιθάρων, κάνει και αυτόν τον δίσκο των S K να μην θυμίζει τίποτα μουσικά παρεμφερές. Πάντως το τρίο αυτό πάντα είχε αυτ@ς που το λάτρευαν και αυτ@ς που δεν το άντεχαν, ίσως λόγω κάποιων απλοϊκών και συνάμα πομπωδών συνθετικών κόλπων που χρησιμοποιεί και εδώ (βλ. “Gimme Love”). Ευτυχώς υπάρχουν αρκετά σπουδαία και στρογγυλεμένα τραγούδια που επιφέρουν μια ισορροπία που χαρακτηρίζει απόλυτα τον δίσκο (βλ. “No Anthems” κ.α.).
Ήδη τα σπουδαία αυτά τέκνα του φεμινιστικού punk rock κινήματος που έφερε το όνομα riot grrrrl θεωρούνται μια από τις πιο ψυχωμένες αμερικάνικες μπάντες των τελευταίων πολλών χρόνων και το No Cities To Love έχει υμνηθεί ευρέως. Μια απλή ακρόαση του μας βοηθά να καταλάβουμε το γιατί.
Μπάμπης Κολτράνης