Hammerhead – Global Depression (Learning Curve Records)
Ήταν μια εποχή όπου συγκρατώντας την ανάσα σου, ανακάλυπτες συγκροτήματα που κανείς δεν ήξερε γύρω σου κι εσύ αμέσως τα λάτρευες. Ένα τυχαίο σε προσφορά cd σε ένα τίγκα στην σκόνη δισκάδικο και η τζίφρα της Amphetamine Reptile με οδήγησε στις αγκαλιές των Αμερικάνων Hammerhead και στην εντρύφηση του θορυβώδες ήχου τους. Η αλήθεια είναι πως δίσκοι όπως το τρίτο τους Into The Vortex (1994) δύσκολα γράφονται και συνάμα εκτελούνται με αυτήν την θυμωμένη ενέργεια που λατρεύει την οσμή του ίδιου του ιδρώτα της.
Ερχόμαστε στην επανένωση της μπάντας μετά από πολλά χρόνια, για λόγους που μόνο αυτή ξέρει, με ένα μέτριο ep στην Am Rep και φέτος με αυτό εδώ το mini album που δικαιώνει ευτυχώς το όνομα της . Punk δαγκωματιές με τις πληγές να θυμίζουν την παράδοση των Big Black συνέχουν το Global Depression που παραπέμπει ηχητικά στο Duh, The Big City που έκλεισε την πρώτη φάση της πορείας της μπάντας. Η σημερινή επανεκκίνηση έχει μάλιστα να δώσει πορωτικές συναυλίες σε στυλ παράδοξου deja vu των παλιών μεγαλείων και αυτήν την αίσθηση πως αυτό που παίζεται δεν περιμένει τίποτα για να σωθεί ή να σώσει την επόμενη μέρα. Το επίπεδο της ζωντανής απόδοσης, καθώς και αυτό των νέων τους συνθέσεων μας κάνει να έχουμε απέναντι μας όχι μια νεκρανάσταση από τις τόσες που βρίθουν στις μέρες μας, αλλά μια ευχάριστη λαζαρική έκπληξη.
Calf – Bastards Anatomy Use A Unicorn Go To Apathy (name your price)
Να που τελικά δεν είναι στις μέρες μας το Διαδίκτυο, το μόνο μέσο για να ανακαλύψεις ένα νέο ημεδαπό ή μη σχήμα. Οι φίλοι Adolf Plays The Jazz μας σύστησαν να ακούσουμε τους Karditsa plays the post rock, Calf. Πέρα από την απρόσμενη πόλη που κατοικοεδρεύουν, απρόσμενος είναι και ο θόρυβος που παράγουν θυμίζοντας αρχικά…τίποτα απολύτως. Να και ο δεύτερος τους δίσκος, οπότε μας παρουσιάζεται η ευκαιρία να τους ακούσουμε με προσοχή.
Βέβαια με αυτά τα ορχηστρικά παιχνίδια του διαόλου πρέπει να υπάρχει μια τήρηση ισορροπιών. Πιο συγκεκριμένα ο βαρύς (όχι μεταλλικός) ήχος καλείται να αποφύγει την κενή εκκωφαντικότητα και μέσα στην παράνοια που ορθώνει, να διηγηθεί μια υπόγεια μελωδία ή ατμόσφαιρα. Σε αυτά δεν υπάρχουν συνταγές, παρά μόνο ένα ένστικτο πως αυτό που φτιάχνεις μπορεί και να έχει μια απήχηση σε εν ζωή εγκεφαλικά κύτταρα και καρδιακά αγγεία. Στο συγκεκριμένο album υπάρχει η ένταση και το στοιχείο της φροντίδας αυτού που ακούγεται, αλλά λείπει σε αρκετά σημεία η αόρατη δύναμη που θα κρατήσει την αρρώστια πριν προχωρήσει σε κάποιο απονενοημένο βήμα. Το τριπάρισμα υπάρχει, αλλά λείπουν οι στιγμές διαύγειας που θα το δικαιολογήσουν καθολικά. Επίσης το όλο artwork, όπως και οι τίτλοι των κομματιών είναι σαν να ακολουθούν μια αφηρημένη ιδέα που προσωπικά δυσκολεύομαι να παρακολουθήσω. Πάντως θα ήθελα όλες αυτές οι αράδες προβληματισμού να διαψευστούν στο επόμενο δισκογραφικό βήμα της μπάντας, με το κομμάτι που κλείνει τον δίσκο να δίνει βάσιμες ελπίδες για αυτό. Μέχρι τότε πλησιάστε με προσοχή.
Zu – Goodnight Civilization (La Tempesta International/Trost)
Πόσες φορές έχει γραφτεί για μια μπάντα που παίζει τα πάντα; Σίγουρα πολλές όποτε και η στερεοτυπική φράση τείνει να χάνει την όποια σημασία της. Σε τραβάνε όμως στα καλά καθούμενα σε μια συναυλία των Ιταλών Zu και διαπιστώνεις πως απλά δεν μπορείς να περιγράψεις τον θόρυβο και τον όλο ήχο που βγάζει αυτή η μπάντα. Ένα απλό trio που αποτελείται από ένα βαρύτονο σαξόφωνο, ένα μπάσο και ντραμς, κάνει τα πάντα με τέτοιο φυσικό τρόπο που πείθει για τις αγνές και συνάμα αιμοβόρες διαθέσεις του. Τυχαίνει μάλιστα οι ρόλοι των οργανοπαιχτών να περιπλέκονται, με τον ντράμερ να παίρνει κεντρική θέση, το μπάσο από την πολύ παραμόρφωση να μην αναγνωρίζεται ούτε από την μάνα του και το πνευστό να υποκαθιστά ολόκληρη ορχήστρα.
Εξετάζοντας το φετινό τους ep, αυτό που καταλαβαίνουμε είναι πως στουντιακά έχουν έναν πιο πολιτισμένο ήχο, αν μπορεί να ειπωθεί έτσι, αλλά κάπου η όλη ένταση υποχωρεί προς χάρη της ηχητικής ευκρίνειας. Πάλι όμως αυτό που βγαίνει είναι τόσο πρωτότυπο και περιπετειώδες που είναι δύσκολο να μην εντυπωσιάσει τους φίλ@ς του σκληρού και πειραματικού ήχου. Το κερασάκι στην τούρτα έρχεται με τον τραγουδιστή των Napalm Death να λέει τα δικά του με τον γνωστό του τρόπο στο μίνι κομμάτι που κλείνει αυτήν την κυκλοφορία. Ίσως η μικρή διάρκεια αυτού του ep να βολεύει την πρώτη επαφή με τον ήχο της μπάντας, αν και η δισκογραφία της είναι ήδη πήχτρα στις αναπάντεχες συνεργασίες, τους πειραματισμούς και την αυξομείωση των εντάσεων.
Μπάμπης Κολτράνης