Η αρχική ανακοίνωση σχετικά με το επερχόμενο live των Dead Congregation επί αθηναϊκού εδάφους, αναμενόμενα διέσπειρε ενθουσιασμό σε ικανότατο αριθμό μυημένων και μη. Αποτέλεσμα αυτού, ήταν η προσθήκη μιας ακόμα συναυλίας τους, πέραν αυτής που είχε αρχικά ανακοινωθεί. Η συγκεκριμένη μάλιστα, θα επικεντρωνόταν στο “Grave Of Archangels”, καθώς φέτος συμπληρώθηκαν δέκα έτη από την κυκλοφορία του. Και αυτό αποτελούσε ακόμα έναν πόλο έλξης, προσωπικά μιλώντας.

Φτάνοντας στο Temple σχετικά νωρίς, παρατήρησα πως υπήρχαν κάποιες/κάποιοι ήδη εκεί. Η είσοδος των Soulskinner έγινε σε σχετικά ζεστό κλίμα, λοιπόν. Σχεδόν παρεϊστικο, κάτι στο οποίο συνέβαλε και η απόδοση τους. Το παλαιών αρχών, κατά βάση αμερικανικής υφής death metal τους, ηχούσε οικείο στα περισσότερα παρευρισκόμενα πρόσωπα. Ενώ και η σκηνική τους παρουσία απέδιδε μια χαλαρή, μα συνάμα μεστή, διάθεση. Έχω ωστόσο την αίσθηση ότι κάτι έλειπε, συνολικά. Ίσως οι συνθέσεις τους να χρειάζονται περισσότερες χαοτικές ανατροπές, ώστε να αναπνεύσουν; Εκτελεστικά πάντως, ήταν επαρκέστατα δεμένοι και είχαν θετική ανταπόκριση από το κοινό. Τίμιους, θα τους χαρακτήριζα. Δεν ξέρω αν αυτό αρκεί όμως.
Μετά από μια σύντομη ανάπαυλα, οι ως τότε άγνωστοι σε εμένα Rapture εφορμούν στη σκηνή. Το αναφέρω κυριολεκτικά, καθώς ήταν όντως εκρηκτική η είσοδός τους! Σκηνικά, μα και όχι μόνο. Από το πρώτο κομμάτι ήδη, μου ήρθαν στο νου οι τεράστιοι Demolition Hammer. Αυτό μόνο ως θετικό δύναται να προσμετρηθεί, κατά τη γνώμη μου. Κι αυτό γιατί οι συγκεκριμένοι Αμερικανοί ήταν η αγαπημένη μου thrash μπάντα- ή death/thrash, ακριβέστερα. Σε αυτά τα μονοπάτια κινούνται και οι Rapture, με ιδιαίτερα πειστικό μάλιστα τρόπο. Και απόλυτα παθιασμένη εκτέλεση και παρουσία, θα προσέθετα. Το set τους ήταν λίαν χορταστικό-και έδειχνε να κινητοποιεί τους παρευρισκόμενους. Το ίδιο θα έλεγα πως ίσχυε και για την περίπτωσή μου. Θα τους έχω κατά νου μελλοντικά, συνεπώς.

Σταδιακά, ο ναός γεμίζει από κόσμο, που προσέρχεται για να δει τους headliners. Οι οποίοι μετά από κυριολεκτικά αναρίθμητες συναυλίες σε όλον τον κόσμο, εμφανίζονται στην Αθήνα, με την ιδιαίτερη μα και επετειακή συνθήκη που προανέφερα. Τα banners, στις 2 άκρες της σκηνής, λειτουργούν ως ένδειξη, μα και ως προειδοποίηση: “Pray For Total Death”. Με την ολοκλήρωση του “Hell Awaits” που εδώ καταλάμβανε την θέση της εισαγωγής, η μπάντα καταλαμβάνει τη σκηνή. Με άμεσα επιθετική διάθεση και έναν σφιχτό αέρα αυτοπεποίθησης. Ο τελευταίος πηγάζει προφανώς από την έντονη συναυλιακή τους εμπειρία. Αλλά επιπρόσθετα, είναι και αποτέλεσμα της κυρίαρχης ποιοτικά θέση τους, σε ό,τι αφορά το death metal του σήμερα. Ήταν το “Graves Of The Archangels” ο δίσκος που επέβαλε, τρόπον τινά, την αναβίωση του συγκεκριμένου ιδιώματος. Και συνεπώς, λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στο ένδοξα νεκρικό παρελθόν και στο σπηλαιώδες metal του θανάτου, που επακολούθησε. Έχοντας επίγνωση της σημασίας του, οι Dead Congregation το εκτελούν με στόμφο και πάθος. Η ολικά βορβορώδης ατμόσφαιρα δημιουργεί την εντύπωση μιας συμπαγούς μάζας. Δε θα ξεχώριζα τραγούδια, καθώς συνολικά το ηχητικό αποτέλεσμα με ρουφούσε, λειτουργώντας ως μια αδιάσπαστη, Τυφώνεια μάζα. Μέσα στο στροβιλιζόμενο χάος αυτής, διακρίνει κανείς τα δυσαρμονικά riffs, τα απολύτως εύστοχα leads, τα καταπληκτικά φωνητικά του Αναστάση. Η σκηνική τους παρουσία είναι λιτή και αυστηρή, προσθέτοντας πολλά στον σχεδόν μυστικιστικό άνεμο αυτής της εμφάνισης. Αξίζει βέβαια και μια αναφορά στα καταιγιστικά τύμπανα, που αποτέλεσαν τη ραχοκοκκαλιά σε αυτό το ηχητικό σύνολο. Η κατανυκτική μείξη ψαλμωδιών σε αντιπαράθεση με πηχτά riffs, οδηγεί σε ένα απλά ψαρωτικό αποτέλεσμα. Λίγο αργότερα, η μπάντα αποχωρεί. Για να επιστρέψει, για το μόνο ταιριαστό κλείσιμο: το “Vomitchrist” δονεί τον Ναό, οδηγώντας σε ένα αβίαστα βάρβαρο αποκορύφωμα.
Η πρωτοκαθεδρία τους στο είδος πιστοποιείται εμφατικά με τελετουργίες όπως η συγκεκριμένη, ομολογώ. Τα αυτιά μου βούιζαν από τις βαρύτατες κιθαριστικές παραμορφώσεις, ενώ εγκατέλειπα χαμογελώντας τα ερείπια του Ναού.
ΥΓ. Ευχαριστούμε την Χαρά Ξάρχου για την παραχώρηση των φωτογραφιών.
Giorgos Kanavos