Πάτησα το play όπως πάντα, λίγο βαριεστημένος και αρκετά περίεργος για το τι θα ακούσω. Αυτό όμως που δεν περίμενα ήταν να συναντήσω φαντάσματα. Τα φαντάσματα της ζωής μου πετάχτηκαν με βία από τα ηχεία ουρλιάζοντας χωρίς ήχο και τρέμοντας κρυμμένα πίσω από ένα σπαραξικάρδιο βιμπράτο. Απαίτησαν όχι μόνο την ακοή αλλά και κάθε άλλη αίσθησή μου, μου ζήτησαν να ακούσω και να λυγίσω το κορμί μου, όπως λύγισαν και τα ίδια, ενώ δυνατοί άνεμοι τα παρέσερναν πριν τα τσακίσουν ολοκληρωτικά. Αρκετά περίεργος, όπως πάντα, πάτησα το play, αλλά δεν περίμενα να συναντήσω αναμνήσεις. Αναμνήσεις σέπια από μια ζωή που συνήθιζε να περιδιαβαίνει μέσα σε χρώματα και απολαύσεις πριν αυτές ξεθωριάσουν κάτω από το βάρος ενός κάποιου αναπόφευκτου ρεαλισμού. Λένε πως ήταν 40 ετών όταν έβγαλε τον πρώτο της δίσκο και τώρα έχουν περάσει τρία ακόμα χρόνια. Οι αναμνήσεις και τα φαντάσματα είχαν μείνει μαντρωμένα για αρκετό καιρό και τώρα τινάζονται μπροστά αφηνιασμένα, πώς να τολμήσεις να αναμετρηθείς μαζί τους και να τα συγκρατήσεις; Περνάνε ορμητικά πάνω από τη γη και αφήνουν σημάδια στο χώμα, δεν ζητάνε να ακολουθήσεις αλλά δεν μπορείς να κάνεις κι αλλιώς. Μετράς τις χαρακιές που αφήνει το σκοτεινό κι επίμονο πιάνο, μετράς μέχρι που χάνεσαι στο μέτρημα και οι αριθμοί γίνονται αντίλαλοι, εσύ ο ίδιος μοιάζεις με αντίλαλο. Δεν είσαι πια δικ@ σου. Λίγο βαριεστημένος όπως πάντα, πάτησα το play, αλλά δεν περίμενα να βρεθώ στο νερό. Έφτασα εκεί λερωμένος, αδύναμος αντίλαλος, τσακισμένο κλαδί. Βούλιαξα λίγο στα ήρεμα ρεύματα κι ένιωσα απροσδόκητα να δυναμώνω ξανά και να γίνομαι ένα, είδα το νερό να παίρνει μακριά τη βρομιά μου και να αποκτώ ξανά χρώμα. Οι κατακερματισμένες και αλαφροΐσκιωτες ερμηνείες της ήταν αυτές που με φόρτωσαν με κάποιο αδιόρατο και άγνωστο βάρος. Οι ίδιες αυτές ερμηνείες ήταν ταυτόχρονα αυτές που με καθάρισαν.
Indie folk, λέει, στο δεύτερο άλμπουμ της Kathryn Joseph από τη Σκωτία, λέει. Αυτό που κανείς ποτέ δεν λέει είναι ότι κάθε φορά που βαριεστημένα ή με περιέργεια πατάς το play μοιάζει σαν να πετάς ένα κέρμα και δεν υπάρχει τίποτα που να σε εμποδίζει να βιώσεις κάτι που ίσως οι άλλοι δεν θα δουν ποτέ έτσι. Τίποτα δεν σε προστατεύει από τα φαντάσματα και τις αναμνήσεις του άλλου που ανεξήγητα ζητάνε να γίνουν δικές σου. Η Kathryn είναι μια άλλη σύγχρονη Tori Amos κάποιου διαστρεβλωμένου ονείρου, κι εγώ απλώς μπορώ να πω στον καθρέφτη, στον φίλο και στον σύντροφο: “There is no God but you”. Όπως πάντα.
I pressed the play button as always, a bit bored and eager enough of what I would hear. What I didn’t expect is to meet ghosts. The ghosts of my life violently popped out from my speakers screaming with no sound, well-hidden and shivering somewhere beyond a heart-breaking vibrato. It wasn’t just my hearing they demanded but the sum of my senses, asking me to listen and bend my body like they bended theirs, while ruthless winds fell upon them, blowing, totally breaking them. Eager enough, as always, I pressed the play button, but I didn’t expect to meet memories. Sepia memories of a life that used to wander in colours and delights before they finally withered under the weight of some unavoidable realism. They say that she was already 40 when her debut was released and 3 more years have passed since. Memories and ghosts had stayed locked up for a while and now they are rushing on rampage, how to face or restrain them? They are running headlong over the land and leave their marks on the soil, they don’ t ask you to follow but what else can you do? You count the scars left by that dark and persistent piano, you count until you are lost with the counting and numbers have become only echoes, you have become an echo yourself now. You are not yours anymore. A bit bored as always, I pressed the play button but I didn’t expect to find myself in the water. I reached it and I was stained, a weak echo, a broken branch. I sank underneath the calm tides and, unexpectedly, I felt becoming stronger again, becoming one with myself again, I watched the water washing my filth away and becoming full of colours again. Her disintegrated, moonstruck performance loaded me with an unknown burden. The same performance is the one that washed me clean.
Indie folk, they say, the sophomore album by Scottish Kathryn Joseph, they say. Yet, what always remains unsaid is that each time you press the play button, a bit bored and eager enough, it seems like you are tossing a coin and there is nothing to stop you from experiencing something completely personal. Nothing can protect you when someone else’ s ghosts and memories desire to be yours, with no obvious reason. Kathryn seems to be some other Tori Amos of some twisted dream and I can only shout to the mirror, a friend or a companion: “There is no God but you”. As always.
Antonis Kalamoutsos