Ένα πανί τινάσσεται από πάνω σου για να φανερώσεις το πρόσωπό σου, όμορφο ή άσχημο. Γράφοντας μουσική ή λόγια, δεν γίνεται να αποφύγεις την εμφάνιση κάποιου ψήγματος του εαυτού σου. Γνωστό αυτό και εξίσου γνωστό ότι υπάρχουν είδη μουσικής που απηχούν αυτή την αμεσότητα και με αντίστροφο τρόπο, καθώς και κατά την ακρόαση νιώθεις εκείνη τη στιγμή πομπός της. Ένα από αυτά είναι το punk/hc. Υπάρχουν αντικειμενικοί λόγοι που σε αυτό το είδος ακούς μουσικές που θυμίζουν ηχώ ενός όχι και τόσο πειραγμένου νου (του δικού σου ή δικού μου), όπως για παράδειγμα οι συνήθως εύκολα αναπαραγώγιμες κραυγές που ερμηνεύουν στίχους που μιλάνε όχι για άλλους κόσμους μα για αυτόν εδώ.
Κάπου εδώ θα μπορούσε να κλείσει μια κριτική παρουσίαση του πρόσφατου δίσκου των Sect, καθώς αυτός πληροί όλους του όρους ενός αρχετυπικού και χορταστικού άλμπουμ του είδους. Υπάρχει όμως ένα σημαντικό στοιχείο που μας κάνει να προχωρήσουμε στα ενδότερα και αυτό είναι το παρελθόν των μελών της μπάντας. Δεν νομίζω να υπάρχει άλλη μπάντα που να έχει μέλη με θητεία σε τόσο σημαντικές μπάντες του συγκεκριμένου είδους (Left For Dead, Earth Crisis, Catharsis) με τον ντράμερ των Fall Out Boy να συμπληρώνει με απρόσμενο τρόπο το καρέ. Καλά κάνουν πάντως και δεν μνημονεύουν συχνά τα γαλόνια τους στο vegan straight edge το οποίο υπηρετούν και σήμερα, καθώς μουσικά δεν θυμίζουν πάρα πολλά από τα παραπάνω ονόματα και, χάρη στην παραγωγή του αρχιμάστορα Kurt Ballou, ακούγοντας το νέο τους άλμπουμ θαρρείς ότι έμπασες στο στερεοφωνικό σου τίποτα νεανίες γεμάτους οργή και πληγωμένα όνειρα. Έτσι κι αλλιώς, σπανίζουν ιδιαιτέρως τα supergroup στο punk/hc που έχουν λόγο ύπαρξης, καθιστώντας τον όρο καθαυτό ως αδόκιμο, μιας και δεν έχει πολύ νόημα να βρίσκονται μέλη διάφορων σχημάτων για να αναβιώσουν την πρωταρχική φλόγα που τους συνεπήρε στον χώρο.
Πέραν λοιπόν της ταχυφλεγούς μουσικής των Sect, είναι και οι στίχοι τους που δεν σε αφήνουν να τους αγνοήσεις με τίποτα. Όχι μόνο διακρίνονται ξεκάθαρα μέσα στον κακό χαμό, αλλά σε βάζουν να μελετήσεις προσεκτικά τα μηνύματά τους. Κάπως σαν μια crust μπάντα να έπαθε κρίση έμπνευσης και όλο το μαύρο του κόσμου υποκλίθηκε σε λέξεις γεμάτες οργή και αλήθεια, όπως σαν κι αυτό το στιχάκι “They gave you rope, you made a noose called time”. Εντάξει, υπάρχει το κλασικό μοτίβο του “εμείς κι εσείς”, αλλά εδώ εμπλουτίζεται με μια ουσιώδη και όχι ξύλινη πολιτικότητα θαρρώ.
Οπότε φτάνουμε στον επίλογο, που θα μπορούσε να γεμίσει με κάθε είδους ενθουσιώδες σχόλιο που έχει γραφτεί σε δισκοκριτικές του παλιού metal hammer. Μέχρι βέβαια να τα αραδιάσουμε όλα, ο δίσκος που διαρκεί 18 λεπτά θα έχει τελειώσει. Οπότε πάμε πάλι από την αρχή, όχι μόνο της ακρόασης, αλλά και της ιστορίας.
Μπάμπης Κολτράνης