Fennesz – Mahler Remix (touch)
Η κλασσική μουσική με την θερμή τελειότητα και ταυτόχρονα ψυχρή τελειομανία της θα αποτελεί πάντα την κορύφωση της πεμπτουσίας της μουσικής έκφρασης, απαιτώντας βεβαίως χρόνο, υπομονή και ένα χέρι βοηθείας για να πας με τα νερά της. Για τον Fennesz όλα έρχονται μάλλον πιο εύκολα, καθώς τον βοηθά αρχικά η καταγωγή του από την Βιέννη, μια σημαντικότατη πόλη/πόλος της κλασσικής μουσικής. Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Η συνεργασία του με τον Sakamoto απέδειξε την ευχέρεια του να κινηθεί σε neo classical μονοπάτια και εδώ σε αυτήν την κυκλοφορία, επιβεβαιώνει πανηγυρικά τους δεσμούς του με το πλούσιο παρελθόν του προαναφερθέντος είδους και πιο συγκεκριμένα με το έργο του Gustav Mahler.
Αν η μουσική του Mahler μπορεί σε γενικές γραμμές να χαρακτηριστεί ως μελαγχολική, ο Fennesz πιστά την επανανοηματοδοτεί με σύγχρονους όρους. Πότε αφήνοντας την αγέρωχη ανάμεσα σε δεσμίδες λεπτεπίλεπτων θορύβων, πότε παραφράζοντας την με ήχους που φέρουν την προσωπική του σφραγίδα, το αποτέλεσμα της ζωντανής ηχογράφησης του 2011 στην Βιέννη είναι απλά καθηλωτικό. Το Mahler Remixed είναι πολλά περισσότερα από όσα υποδηλώνει ο τίτλος του. Είναι το σημείο όπου το χάσιμο χρονολογιών και παραδόσεων επιτείνει την μαγεία. Κάπου ακούγεται μάλιστα και η πρωτόλεια έκδοση του “Liminality” που βρισκόταν στο φετινό του δίσκο, προσφέροντας μια στιγμή κορύφωσης ανάμεσα σε πολλές άλλες που βρίσκονται σε αυτήν την πανέμορφη κυκλοφορία που λόγω του χαμηλού προφίλ της και της δίνης του αφρού των ημερών, δεν εκτιμήθηκε όπως θα έπρεπε πριν δύο μήνες που βγήκε στο φως. Ποτέ δεν είναι αργά βέβαια ειδικά κιόλας μπροστά σε τέτοιου μεγέθους μουσικά έργα.
Otto A Totland – Pino (sonic pieces)
Δεν ξέρω κατά πόσο έχει αξία πλέον να βγάζεις έναν πιανιστικό δίσκο που πρόχειρα θα μπορούσε να συγκαταλεχθεί στα minimal/neoclassical χωράφια. Εδώ και αρκετά χρόνια βγαίνουν ένα κάρο κυκλοφορίες χαρακτηριζόμενες από την συγκεκριμένη τεχνοτροπία, οπότε δεν υπάρχει πλέον κανένα στοιχείο της έκπληξης ακούγοντας την. Για άλλη μια φορά λοιπόν καταλήγουμε στο αν ένα μουσικό έργο μεταδίδει ατόφιο το όποιο συναίσθημα. Αυτός εξάλλου είναι και ο αλάνθαστος παράγοντας που θα το κρίνει.
Το ντεμπούτο του Otto A. Totland, ο οποίος μαζί με τον Erik Skodvin απαρτίζει τους Deaf Center, είναι από αυτούς τους δίσκους που μπορούμε να ισχυριστούμε πως χτυπάνε απευθείας το αόρατο κέντρο των αισθήσεων. Εδώ βρίσκουμε μια σειρά σύντομων πιανιστικών παιχνιδισμάτων που θυμίζουν χαμένες καρτ ποστάλ ή παλιές φωτογραφίες που συγκρατούν την γοητεία ασήμαντων στιγμών. Αν και απλό στην σύλληψη του, διαθέτει ένα βάθος στον χαρακτήρα του, καθώς αφήνει να ακουστούν καθαρά τα χτυπήματα στα πλήκτρα και τους εξωτερικούς ήχους που είναι καταδικασμένοι να δένουν με τις μελωδίες. Τέλος είναι τέτοια η συνοχή του δίσκου που τα 18 κομμάτια που το απαρτίζουν ακούγονται σαν μια και μοναδική σύνθεση. Ορθή λοιπόν η επιλογή της Sonic Pieces να τον ξαναβγάλει για δεύτερη φορά, προς το τέλος του έτους που μας άφησε.
Eluvium – Pedals/Petals (vinyl films)
Στερεότυπος πλέον ο παραλληλισμός μιας ορχηστρικής μουσικής με μια ταινία. Οι αργές ταχύτητες χωρίς την συνοδεία δηλωτικής φωνής όντως παραπέμπουν σε ασπρόμαυρες σκηνές, όπου τα χρώματα αφήνονται στην φαντασία αυτ@ που την παρακολουθεί για να πάρουν υπόσταση. Εδώ όμως στην περίπτωση της μουσικής του Eluvium, της οποίας πιστό δείγμα είναι το τελευταίο του αυτό ep, δεν έχουμε τα γνωστά στο συγκεκριμένο είδος σκοτεινά/noir μοτίβα, αλλά ένα ηχητικό happy end σε επανάληψη. Ένα κινηματογραφικό τέλος όχι κατ’ ανάγκη ευτυχισμένο, όπως υποδηλώνει ο αγγλικός όρος, αλλά λυτρωτικό μετά την πάροδο επίπονων επεισοδίων που προηγήθηκαν αυτού.
Ταυτόχρονα η υπόκρυφη κίνηση μιας τριβιλίζουσας μελωδίας μας οδηγεί για άλλη μια φορά στο συμπέρασμα πως η σύγχρονη ambient αποτελεί την φυσική συνέχεια του post rock, πάντα χρησιμοποιώντας τους όρους με πολλούς αστερίσκους. Αν και η διάρκεια των δύο συνθέσεων εδώ απλώνεται στα εννιά λεπτά η έκαστη, στο τέλος νομίζεις πως έχεις ακούσει μια μικρή δόση ατμοσφαιρικής γαλήνης. Μάλλον αυτός ήταν και εξαρχής ο σκοπός αυτής της κυκλοφορίας.
Μπάμπης Κολτράνης