Fugazi – Jawbreaker – Unwound

Fugazi – First Demo (dischord)

FUGAZI-DEMO.againstthesilence

Το να γραφτεί κάτι για τους Fugazi το 2014, μετά από την τόσο επιδραστική πορεία τους, φαντάζει κάπως περιττό. Ήδη πολύς κόσμος έχει μεγαλώσει και ωριμάσει με τα τραγούδια τους, τόσος που ίσως πολλές εμπορικές μπάντες ούτε καν θα μπορούσαν να διανοηθούν πως θα αγγίξουν ποτέ. Το να ακουστεί όμως η πρώτη ηχογράφηση τους μετά από 26 χρόνια, είναι μάλλον κάτι που το επιβάλλει η ιστορία τους.

Αυτή που μιλά την γλώσσα που μόνοι τους, αυτόνομα κινούμενοι μέχρι το τέλος τους, ξεκίνησαν να αρθρώνουν το 1987 και μετά από μια σειρά συναυλιών δοκίμασαν να αποτυπώσουν στουντιακά. Είναι ηλίου φαεινότερο πως η μπάντα που όλα τα μέλη της είχαν θητεύσει σε σημαντικότατες μπάντες της σκηνής της Washington DC, επηρεάζοντας το punk/indie των επόμενων γενιών, από την απαρχή της θα διέθετε ένα υψηλό επίπεδο γραφής, επικοινωνίας μεταξύ των μελών της και εκτελεστικής εκφραστικότητας. Αυτός ο κατά μια έννοια χαμένος δίσκος, με τον πεντακάθαρο ήχο που διαθέτει, αποτελεί όντως την πυξίδα για το που θα κινηθούν τα επόμενα 4-5 χρόνια, αισθητικά και συνθετικά. Μπορεί μετά την περάτωση του υλικού αυτού η μπάντα να άλλαζε πολλά κομμάτια, να έγραφε ένα κάρο νέα και να έμπαζε τον Guy σε πιο κεντρικό, καταλυτικό θα λέγαμε, ρόλο στην παρουσία της μπάντας, αλλά εδώ έχουμε ήδη ένα τρομαχτικό επίπεδο συνθετικής γραφής. Άγνωστο αν είχαν οι ίδιοι συναίσθηση των κλασσικών πλέον κομματιών που τότε ηχογραφούσαν για πρώτη φορά, αλλά υπάρχει μια κατακτημένη άνεση στο παίξιμο των κομματιών, που ακούγονται ολοκληρωμένα, κοντράροντας μάλιστα σε μερικές περιπτώσεις τις μετέπειτα επίσημες εκτελέσεις. Ίσως κάπου να βγαίνουν πιο έντονες από ότι θα περιμέναμε οι dub επιρροές της μπάντας, αλλά είναι και αυτό δείγμα του σημείου αφετηρίας τους για να φτιάξουν τον ήχο τους.

Συν όλα αυτά τα ωραία, ακούμε και ένα ακυκλοφόρητο κομμάτι τους, έχουμε μια φροντισμένη έκδοση με τους στίχους που πάντα αφορούσαν γειωμένα πολιτικά/κοινωνικά θέματα και δωράκι τέσσερις κάρτες με ασπρόμαυρες φωτό της μπάντας. Το First Demo λοιπόν είναι συνολικά η πιο τρανή απόδειξη πως η μουσική των Fugazi δεν έχει ακόμη γεράσει και συνεχίζει να μεταδίδει τα περιεχόμενα της με ένταση και πάθος. Μπορεί το 1993 να έβγαλαν το In On The Killtaker ψάχνοντας ακόμη πιο βαθιά αυτό που δημιουργούσαν, αλλά μέχρι τότε, ετούτο εδώ το album δίνει μια ιδέα για το που βρισκόταν η μπάντα.

Jawbreaker – 24 Hour Revenge Therapy (blackball records)

jawbreaKER.againstthesilence

Σαν να είναι χτες, τότε που επέλεξα το Dear You, το τελευταίο album των Jawbreaker, για να αποθέσω το μικρό αντίτιμο στον πάγκο του δισκάδικου στην Άρτα, για να μεταφερθεί στην συνέχεια με το ΚΤΕΛ, το ευαίσθητο, από όλες τις απόψεις, γαλανόχρωμο φορτίο ασφαλές. Θυμάμαι την πρώτη εντύπωση που είχα ακούγοντας τον και καταλαβαίνοντας πόσα αγαπημένα μου τότε συγκροτήματα, η μπάντα αυτή είχε βαθιά επηρεάσει. Θυμάμαι μάλιστα την ατάκα που είπα στον αδελφό μου τότε για να του μεταδώσω τον τότε ενθουσιασμό μου για την μικρή αυτή ανακάλυψη, “Ισάξιοι με τους Samiam, ίσως και καλύτεροι”! Από τότε έχει γίνει ο αγαπημένος μου δίσκος από δαύτους. Νομίζω ότι αυτό ακριβώς συμβαίνει με κάθε πρώτο δίσκο που επιλέγει κάποι@ για να γνωρίσει τούτη εδώ την μπάντα.

Για αυτό, μεταξύ πολλών άλλων λόγων, το 24 Hour Revenge Therapy, αποτελεί το αγαπημένο album ίσως όλων όσων πριν είκοσι χρόνια ξεκίνησαν από αυτόν για να ανοίξουν έναν χώρο για την μπάντα μέσα τους. Είναι που έπαιζαν τόσο δεμένα; Τόσο γλυκά με τόσο όμορφους στίχους; Ένας σχεδόν απίστευτος στην εφαρμογή του συνδυασμός που όλως τυχαίως και στους τέσσερις δίσκους (ακόμη μάλιστα και στην συλλογή με τα σπάνια τους), σου βγάζει μια διάθεση να σηκωθείς όρθιος και να κινηθείς μαινόμενος προς κάθε διέξοδο οξυγόνου και στο καπάκι να ξαπλώσεις στην μοκέτα, να κρατήσεις από την μια το εσώφυλλο με τους στίχους και από την άλλη το κεφάλι σου, προσπαθώντας να βρεις την πολυπόθητη ισορροπία.

Πλέον με αυτήν την κυκλοφορία κλείνει η σειρά της επανεμφάνισης στα δισκοπωλεία όλων των δίσκων τους, υπό το βλέμμα του label που καθοδηγείται από τον drummer τους Adam. Μιλάμε για ένα εξαιρετικά, μέχρι χτες, δυσεύρετο album, το οποίο περιέχει όλα τα στοιχεία που τους έκαναν να ξεχωρίζουν από τον τότε σωρό και κατά μια έννοια σημαδεύεται από την προ λίγων μηνών τότε εγχείρηση φωνητικών χορδών που έκανε ο τραγουδιστής της μπάντας. Η remastered επεξεργασία τον κάνει σήμερα να ακούγεται τόσο φρέσκος όσο και τότε. Βασικά δίσκος που περιέχει στην μέση της ροής του τα τρία κορυφαία του κομμάτια, “Ashtray Monument”, “Condition Oakland”, “Ache”, δεν γίνεται να μην σε κερδίσει. Αφοπλιστικοί στίχοι, οπλισμένοι ήχοι και συνθέσεις, τόσο άρτια εκτελεσμένες που νομίζεις πως αρτιότερα δεν θα μπορούσαν να παιχτούν.

Η συνέχεια ολίγον γνωστή και ελαφρώς τραγική. Ο Kurt Cobain θα τους τραβήξει από το μανίκι να παίξουν support στην αμερικάνικη περιοδεία για το In Utero, οι undergound κύκλοι θα τους κράξουν, θα υπογράψουν στην Geffen, οι άνωθεν κύκλοι θα τους κράξουν ακόμη περισσότερο, δεν θα πουλήσουν τα αναμενόμενα και θα διαλυθούν. Σήμερα κι ενώ η απήχηση τους είναι σαφώς πιο ευρεία από τότε που ήταν ενεργοί, προς τιμή τους δεν επανενώνονται. Πλέον το μόνο που μένει είναι η ολοκλήρωση ενός ντοκιμαντέρ πάνω στην ίδια την μπάντα. Αυτό που θα αποτυπώνει λογικά, θα είναι το αίσθημα που μεταφέρει ακέραια ετούτη εδώ η επανακυκλοφορία, την χαμένη αθωότητα όσων μεγάλωσαν στα 90’s και τις σκοτεινές σκέψεις που στην συνέχεια θα τους έμεναν αμανάτι.

Unwound – No Energy (numero group)

unwound.againstthesilence

Ακόμη κι αν νομίζεις ότι κατέχεις ένα είδος μουσικής ή έστω μια συγκεκριμένη φάση του, αργά η γρήγορα θα εμφανιστούν ονόματα που θα απορείς πως δεν τα ήξερες τότε που ήταν ενεργά. Αυτό ακριβώς συμβαίνει σε έντονο βαθμό με την περίπτωση των Unwound. Μια καθαρά 90’s κιθαριστική μπάντα, απότοκο της ζωντανής punk/hc σκηνής της Olympia Washington, το οποίο πειραματίστηκε σε μεγάλο βαθμό με τον ήχο του και παρέμεινε πιστό στα diy ιδανικά που πρέσβευε, μέχρι τέλους. Ευτυχώς μέσα στην αναβίωση της συγκεκριμένης δεκαετίας, η ανεξάρτητη Numero Group ξεκίνησε να βγάζει σε καλαίσθητες γιγάντιες συσκευασίες τις τέσσερις δισκογραφικές περιόδους της μπάντας.

Εδώ μιλάμε για υλικό που άνετα θα μπορούσε να βγάλει την τότε εποχή η Dischord καθώς θυμίζει Hoover και Fugazi, με ίσως μια πιο ευθύβολη διάθεση στην εκτέλεση των ιδεών. Πιο συγκεκριμένα έχουμε το τρίτο μέρος της τετραλογίας, δηλαδή το The Future Of What του ’95, το Repetition του ’96 και δίπλα σε αυτά τα ολοκληρωμένα από κάθε άποψη album, ένα σωρό δυσεύρετα ή ακυκλοφόρητα κομμάτια από την τότε εποχή. Ακόμη πιο συγκεκριμένα ακούμε εμπνευσμένες αλλαγές, δεμένες συνθέσεις και μια μελωδική επιθετικότητα που συνέχει την μουσική των Unwound. Χαρακτηριστική είναι η υφή του υλικού που σφραγίζει την συγκεκριμένη περίοδο μετάβασης σε μετέπειτα πιο πειραματικά πεδία. Με αυτήν την λογική είναι εμφανές το περισσότερο αφαιρετικό ύφος που χαρακτηρίζει τον δεύτερο εδώ δίσκο από τον πρώτο.

Πάντως είναι να απορείς πως τέτοιου είδους χυμώδης μουσική δεν βγαίνει καθόλου σήμερα. Χρειαζόμαστε ένα κάρο επανακυκλοφορίες όχι μόνο για να θυμηθούμε τα παλιά, αλλά και να βρούμε στον συγκεκριμένο ήχο κάτι που να έχει νόημα και να μην έχει διαβρωθεί από την παρεμβατικότητα της βιομηχανίας του θεάματος. Μπορεί η διάρκεια του No Energy να απλώνεται κάπως υπερβολικά, καθώς περιέχει τόσο υλικό, αλλά με τις απαραίτητες παύσεις , η ακρόαση αποκτά στοιχεία πηγαίας εξερεύνησης μιας μπάντας και ενός ήχου που προσπέρασε την τυπολατρία των κύκλων από όπου αναδύθηκε. Ακούγοντας την σήμερα, κατανοούμε πως μπορεί να νιώθει δικαιωμένη για τις θαρραλέες και αν μη τι άλλο μη εμπορικά κερδοφόρες επιλογές της, σε αντίθεση με τους ταριχευμένους τύπου NOFX, Rancid, Offspring, Green Day και πάει λέγοντας εκείνης της εποχής.

Μπάμπης Κολτράνης

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.