Το πρόσωπο που όχι μόνο έλυσε τον γόρδιο δεσμό του πως να φτιάξεις ένα βαθυστόχαστο techno album, αλλά που ουσιαστικά όρισε το πως πρέπει να είναι αυτό δομημένο, δεν είναι άλλο από αυτό του Plastikman, δηλαδή του Richie Hawtin. Βέβαια, δεν ήταν ο μόνος που άπλωνε υποδειγματικά ένα σωρό ιδέες και μοτίβα, που τσίγκλαγαν ταυτόχρονα και το σώμα και το νου του κάργα υποψιασμένου ακροατή σε δίσκους που κρατούσαν περίπου μια ώρα. Ήταν όμως αδιαμφισβήτητα ο μοναδικός που κατάφερε να βγάλει με άνετο τρόπο μια σειρά αψεγάδιαστων δίσκων στα 90’s και να πείσει αρκετούς ροκάδες της εποχής να αλλαξοπιστήσουν. Σήμερα, όμως, έχουμε 2014, και αυτό το ξέρει περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον ο ίδιος ο Plastikman, μιας και έχει αφήσει εδώ και χρόνια την εσωστρέφεια ενός παραγωγού που προσηλώνεται στο έργο του και έχει μεταλλαχθεί σε έναν superstar ολκής. Ακόμη και όταν ξανάπιασε ότι συμβόλιζε το όνομα του Plastikman με το πανάκριβο κουτί που έβγαλε το 2010, οι εντυπώσεις ήταν ίδιες με αυτές που συνοδεύουν ό, τι επιμελείται τα τελευταία χρόνια (ας πούμε χοντρικά μετά τοDE9 Transitions του 2005), πολύ minimal, για το τίποτα!
Εντελώς από το πουθενά έχουμε νέο Plastikman δίσκο, και αυτό από μόνο του εξάπτει την περιέργεια ακόμη και κακόβουλων στοιχείων όπως εμείς. Ο όχι αμελητέος αστερίσκος είναι πως πρόκειται για ένα ζωντανά ηχογραφημένο υλικό, το οποίο διεκπεραιώθηκε για χάρη ενός gala στο μουσειακό χώρο Guggenheim. Είπαμε, οι εποχές έχουν αλλάξει, και από τα απαγορευμένα πάρτι σε εγκατελελειμμένα εργοστάσια, έχουμε φωταγωγημένες και μοδάτες εκδηλώσεις. Όμως, ας μην εξαντλήσουμε την αυστηρότητα μας προτού καν ακούσουμε τον δίσκο.
Το θετικό – και συνάμα αρνητικό – στοιχείο του EX είναι πως δεν θυμίζει σχεδόν σε τίποτα κάποια παλαιότερη δουλειά του Plastikman. Ακούγεται ως ένα μεγάλο κομμάτι, με διάφορες εναλλαγές στην ροή του, που καθώς ωθείται σε μια κλιμάκωση των δυναμικών του, δεν ξεφεύγει σε σχεδόν κανένα σημείο από την προδιαγεγραμμένη πορεία του. Κανένα σιγοκαμένο μέρος, από αυτά που βρίθουν στην δισκογραφία του δημιουργού, δεν παρεμβαίνει στην ωριαία διάρκεια του album. Το μειονέκτημα του, όμως, έγκειται ακριβώς στην απουσία αιχμηρών στιγμών, που εν τέλει κάνουν πρωτοποριακό ένα techno album. Το περίεργο είναι το εξής: ενώ υποτίθεται πως ο χώρος εκεί που εκτελέστηκε το υλικό αυτό, θα τον βοηθούσε να ξεφύγει από το ιδιαίτερο κλίμα μιας σάλας χορού, εντούτοις το EX, στο μεγαλύτερο μέρος του, ακούγεται άκρως μπιτάτο. Ίσως όχι όπως θα έπαιζε ο τύπος στην Ibiza, αλλά ο δίσκος, μαζί με τις ήρεμες ανάσες που έχει, χαρακτηρίζεται από μια τετραγωνισμένη και χορευτική λογική. Λογικό πάντως να συμβαίνει αυτό, καθώς τα parties είναι η σχεδόν καθημερινή ασχολία του Plastikman, με ό, τι αυτό συνεπάγεται.
Για να τα λέμε όλα, οι πέντε μέρες που κλείστηκε για να φτιάξει τον δίσκο αυτό δεν πήγαν χαμένες, μιας και ακόμη κι αν δεν το θες, το ΕΧ θα το ακούσεις από την αρχή μέχρι το τέλος. Τα στοιχεία που το συνέχουν είναι τέτοιου επιπέδου που κάθε φίλ@ της ηλεκτρονικής μουσικής δύσκολα θα βρει σε αυτό ένα αδύνατο σημείο. Μάλιστα, προς το τέλος του δίσκου, συναντάμε δυο συνθέσεις που επιφυλάσσουν το στοιχείο της έκπληξης, καθώς το “Expire” έχει μια οξυδερκής κορύφωση, και το “Exhale” μια γλυκιά μελωδική γραμμή που θυμίζει τις καλές εποχές του Laurent Garnier.
Η λέξη EX μπορεί να αποτελεί την συλλαβή που τυχαίνει να συναντάται στην αρχή κάθε τίτλου του δίσκου αυτού, αλλά επίσης μεταφράζεται από μόνη της και ως “πρώην”. Το ΕΧ, όμως, μόνο σαν μια δουλειά ενός πρώην μουσικού παραγωγού δεν μπορεί να χαρακτηριστεί, και ίσως έρχεται την κατάλληλη στιγμή που το techno ζει μια άκρως αναζωογονητική περίοδο.
Μπάμπης Κολτράνης