Η ορχηστρική (βλέπε: χωρίς φωνή) μουσική είναι ζόρικο πράγμα. Σε κάνει κι αναρωτιέσαι για την αξία, αλλά και την ισχύ που έχει μία φωνή σ’ ένα ευρύτερο μουσικό πλαίσιο ∙ αναλαμβάνοντας τον ρόλο του σταθερού σημείου αναφοράς, έχει τη δυνατότητα όχι μοναχά να κάνει τον ακροατή να εστιάζει σε κάτι, αλλά και τη δυνατότητα να καθιστά πιο «εύπεπτο», πιο ευάκουστο, ακόμη και το πιο δύσκολο κομμάτι, ασχέτως μουσικού ιδιώματος. Το πώς γίνεται αυτό το γνωρίζουν ενστικτωδώς όλοι ∙ το γιατί γίνεται αυτό είναι κάτι που αφορά ενδεχομένως τους μουσικολόγους, και όσους έχουν το αναγκαίο σθένος για να ασχοληθούν με δαύτους.
Στην παρούσα περίπτωση, ωστόσο, η μουσικολογία είναι κάτι που ούτε μας αφορά (άμεσα, τουλάχιστον) ούτε θα πρέπει να μας απασχολεί. Ευτυχώς, η μουσική εμπειρία μπορεί να βιωθεί χωρίς μουσικές γνώσεις (σε πείσμα καθενός πατερούλη που θέλει πολύ να πείσει για το αντίθετο). Η ουσία είναι μία: Απ’ τη στιγμή που δεν υπάρχει φωνή, ο ακροατής θα πρέπει είτε να μπορεί να επικεντρωθεί κάπου αλλού, είτε το μουσικό έργο να είναι τόσο άρτια στημένο και εκτελεσμένο έτσι ώστε ο ακροατής να μπορεί να το απολαύσει στην ολότητα του, διαβαίνοντας τις μουσικές οδούς που πρώτα φαντάστηκαν και μετά αποτύπωσαν σε νότες οι συνθέτες.
Εδώ είναι και το δύσκολο, όμως. Αυτό ή το’ χεις, ή δεν το’ χεις – ή το’ χεις και το φανερώνεις έπειτα από πάρα πολύ σκληρή δουλειά. Ή, εναλλακτικά, απλά υποκαθιστάς τη φωνή με κάποιο μουσικό μέρος που αναλαμβάνει να παίξει τον ρόλο της φωνής (το πιο σύνηθες). Το αυτί, όμως, αναγνωρίζει – ένστικτο, όχι παίξε γέλασε – το υποκατάστατο. Ίσως αυτός είναι κι ένας βασικός λόγος που η ορχηστρική μουσική είναι και πιο απαιτητική, σε γενικές γραμμές, και πάντα προσελκύει μικρότερο κοινό ∙ και αυτοί που επιμένουν στο άκουσμα της, συνήθως λιγοστεύουν στην πορεία.
Οι Minerva Superduty – τι όνομα! – επέλεξαν την άλλη οδό: Ολοκληρωμένες ορχηστρικές συνθέσεις, ολιγόλεπτες, χωρίς να προσπαθούν να χώσουν μέσα υποκατάστατα φωνής. Κινούμενοι σ’ ένα μουσικό πεδίο που πιάνει διάφορα είδη, πάντα στα πλαίσια ενός πιο σκληρού, πιο ακραίου ήχου, η παρθενική τους ομότιτλη δουλειά περιλαμβάνει έναν συνεχή καταιγισμό από ριφ σε διάφορες ταχύτητες, αλλά με ξεκάθαρες διαθέσεις. Προσοχή επίδοξοι ακροατές, ινστρουμενταλάκηδες και μη: Εδώ δεν υπάρχουν ακουστικά κοψίματα ∙ ούτε το τυπικό – και πλέον, φορμαλιστικό – χτίσιμο της σύνθεσης αλά ήρεμη εισαγωγή και έπειτα βαθμιαία αύξηση της έντασης ∙ ούτε εμφανείς, ψηλά στη μίξη, μελωδίες. Εδώ θα βρείτε εικοσιπέντε λεπτά έντασης σε διάφορες διακυμάνσεις. Εδώ θα βρείτε ορχηστρικά κομμάτια που έχουν ως σημείο αφετηρίας την τεχνοτροπία των Capricorns αλλά καταφέρνουν να πάνε ακόμα πιο πέρα, και παρ’ όλα αυτά να μην κουράζουν ούτε στο ελάχιστο, παρά τις εντάσεις. Εδώ θα βρείτε κομμάτι – φόρο τιμής στο παντοτινό μεταμοντέρνο ίνδαλμα του νεοελληνικού πολιτισμού, τον Κώστα Τσάκωνα. Εδώ θα βρείτε έξι κομμάτια που θα τα ακούτε και θα τα ξανακούτε, ψάχνοντας να ανακαλύψετε την κάθε κρυμμένη στο πρώτο άκουσμα λεπτομέρεια. Τα κομμάτια, και κατ’ επέκταση η μπάντα, δείχνουν τα δόντια τους χωρίς να λογαριάζουν εντυπώσεις και χωρίς να ψάχνουν τη μέση οδό για το πιο εύκολο άκουσμα.
Τους Minerva Superduty τους ανακάλυψα εντελώς τυχαία – απ’ τις ελάχιστες, μετρημένες στα δάχτυλα, φορές που έχω ανακαλύψει μπάντα μέσα απ’ τα social media, η οποία να αποτέλεσε τέτοια έκπληξη για εμένα. Οι περαιτέρω πληροφορίες είναι υπερελάχιστες: Είναι μια τετραμελής κολεκτίβα από την Καλαμάτα. Τίποτε άλλο. Είναι, μολαταύτα, κι απ’ τις ακόμη λιγότερες φορές που πραγματικά δεν υπάρχει κανένας λόγος να θες να μάθεις κάτι άλλο. Η μουσική που παίζουν τα λέει όλα, κι εντέλει, καλύτερα που είναι έτσι. Αυτό δείχνει ότι δεν έχουν την παραμικρή ανάγκη για κανένα απολύτως υποκατάστατο.
Ας τους έχουμε στο νου μας. Το πώς μπορεί να εξελιχθεί μία μπάντα είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων, αλλά άμα υπάρχουν γερές βάσεις ευθύς εξαρχής, τότε μπορεί κάλλιστα κανείς να νιώθει παραπάνω από αισιόδοξος για τον μακροπρόθεσμοι ορίζοντα. Σαν πρώτη δουλειά, πάντως, είναι πέρα για πέρα άριστη.
ATM