Forgetters – Selftitled (too small to fail)

 

Η αναμονή για την κυκλοφορία του ντεμπούτου της μπάντας από το Brooklyn που απαρτίζεται πλέον από τον Blake Schwarzenbach των Jawbreaker και τον Kevin Mahone, πρώην ντράμερ των Against Me!, κράτησε δυο χρόνια. Σε αυτό το διάστημα είχαμε μια επτάιντση κυκλοφορία, την αποχώρηση της μπασίστριας Caroline Paquita, πολλές συναυλίες σε μικρούς χώρους, καθόλου promotion, πολλά νέα κομμάτια που κόπηκαν και μια πετυχημένη διασκευή στους Human League που ευτυχώς συμπεριλήφθηκε στον δίσκο. Πάνω από όλα βέβαια, στέκεται σαν σκιά, το παρελθόν του Blake με τους Jawbreaker, το μοναδικό συγκρότημα από το ’90 και πέρα που κατάφερε να κερδίσει απήχηση αρκετά μετά την διάλυση του, όταν οι τέσσερις δίσκοι-κομψοτεχνήματα που είχε αφήσει παρακαταθήκη, είχαν σκονιστεί για τα καλά αφότου είχαν λιώσει στα πικάπ των ψιλιασμένων. Ίσως θα άξιζε να αναφερθούμε περισσότερο στην ιστορική αυτή μπάντα που κάποιοι θεωρούν ως μια από τους πρώτες που θέσπισαν τον emo ήχο, αν και ο χαρακτηρισμός τους ως «οι δικοί μας Nirvana», είναι πετυχημένος και άκρως κατατοπιστικός.

Ως τώρα, οτιδήποτε είχαμε ακούσει από τους Forgetters φάνταζε ως η φυσική συνέχεια του ήχου των Jawbreaker. Εύλογα λοιπόν θεωρούνται η νέα μπάντα του Blake που έρχεται να αναπληρώσει το κενό όπου οι πνευματώδεις στίχοι και η εθιστική μουσική των Jawbreaker κάλυπτε. Ευτυχώς ή δυστυχώς, αυτό δεν συμβαίνει. Ευτυχώς γιατί η απόσυρση του από τα μουσικά δρώμενα για ένα μεγάλο διάστημα και η πολιτική του συνειδητοποίηση μετά την 11/9, δεν τον άφησαν ανεπηρέαστο να παίζει και να γράφει τα ίδια. Δυστυχώς γιατί παρέα με πολλά κομμάτια τους που για έναν ανεξήγητο λόγο μείναν απ’έξω, λείπει το στοιχείο που κάνει τις μελωδίες να παρασέρνουν τις αισθήσεις, ασχέτως αν ρέπουν προς το σκοτάδι, την φωτεινότητα, την ένταση ή την υποτονικότητα.

Αν και αυτή είναι η συνολικότερη γεύση, υπάρχουν σαφώς τραγούδια όπως το “Hoop And Swan” και το “O Deadly Death”, τα οποία σε πάνε με κλειστά μάτια στην διαδρομή που πάει προς τα μέσα σου και διαρκεί περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη. Στιχουργικά, υπάρχουν κομμάτια όπου βάζεις το αυτί να δίνει βάση σε κάθε συλλαβή που ψελλίζει ο Blake, όπως το “I ‘m Not Immune”. Επίσης η απλότητα που προσεγγίζουν κάθε σύνθεση αποβαίνει υπέρ τους όπως αποδεικνύεται στο “Ribbonhead”, το οποίο βασίζεται σε μια μόνο μελωδική ιδέα.

Στα αρνητικά τώρα, στεκόμαστε στην απουσία της Caroline, καθώς ο φίλος και παραγωγός τους Jason Robbins που ανέλαβε το μπάσο σε αυτόν στον δίσκο, φυσικό ήταν να μην εγκλιματιστεί επαρκώς, βγάζοντας εν τέλει ένα παίξιμο μετρημένο και ουδέτερο. Επίσης στα drums, ο Kevin δίνει έναν συντηρητικό τρόπο εκτέλεσης, χωρίς να προσθέτει κάτι το ιδιαίτερο στο κάθε τραγούδι. Όλα αυτά υπερτονίζονται καθώς πέρα από τα ελάχιστα ηλεκτρονικά, η παραγωγή είναι απογυμνωμένη και πιστή στα diy πρότυπα και στο «επιστροφή στα βασικά» σύνθημα.

Αν ήταν να κατηγοριοποιηθεί κάπου το ντεμπούτο των Forgetters, θα ήταν στους δίσκους που η καθυστέρηση που τους πήρε μέχρι να βρουν το δισκογραφικό φως, τους αφαίμαξε ελαφρώς την αρχική ενέργεια. Ο Blake είχε πει κάποτε πως όλα του τα τραγούδια μιλάνε για συντριβές και πως πολλά από αυτά τα έχει γράψει ξαπλωμένος στο πάτωμα του. Το πρώτο ισχύει ακόμη και ενίοτε αποκτά έντονη πολιτική χροιά, βλ. το κομμάτι “In America”. Το δεύτερο μάλλον λόγω ηλικίας έχει κάπως αλλάξει, καθώς φαίνεται πως ο ίδιος μαζί με το τετράδιο και την κιθάρα του έχει μεταφερθεί από το παρκέ στον καναπέ. Όχι ως δείγμα ωρίμανσης, αλλά ως απλή αλλαγή τοποθέτησης απέναντι στα πράγματα. Ας είναι, μιας και η γραφή του παραμένει ειλικρινή και κατά στιγμές συναισθηματικά καθηλωτική.

 

 

Μπάμπης Κολτράνης

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Twitter picture

You are commenting using your Twitter account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.