Τι να πρωτογράψεις άραγε για τον Ben Frost; Μόνο το γεγονός πως, από την Αυστραλία από όπου κατάγεται, μετοίκησε στην Ισλανδία για να δρέψει τους καρπούς της δημιουργικότητας του, αρκεί για να κερδίσει την συμπάθεια μας. Υπάρχουν βέβαια και οι αρκετές συνεργασίες με εξέχουσες προσωπικότητες της σύγχρονης μουσικής όπως ο Brian Eno και ο Tim Hecker, τα soundtracks σε ενδιαφέροντα ντοκιμαντέρ, τα θεατρικά projects, οι πειραματισμοί επί σκηνής με κάθε πιθανό μουσικό ή μη συνδυασμό, το site του που περιέχει πλήθος αιχμηρών φωτογραφιών από όλο τον κόσμο, που όλα μαζί εύλογα προκαλούν ένα ενδιαφέρον προς το πρόσωπο του. Πάνω από όλα, όμως, στέκει η βασική προσωπική του δισκογραφία. Από το λιτό και πανέμορφο Steel Wound, στο προχωρημένο Theory Of Machines, μέχρι το αποκαλυπτικό magnus opus του By The Throat, όλα απλώνουν μια σειρά ερωτηματικών για το τι να περιμένουμε από το νέο του πόνημα.
Έχοντας ο ίδιος βιώσει την σύγχρονη neoclassical και ambient οκνηρία, καθώς και το hype που κυνηγά κάθε νέο πειραματιστή που εμφανίζει μια σπιθαμή πρωτοποριακότητας, ο συμπαθής Ben στον νέο του δίσκο είναι όχι μόνο σαν να θέλει να επανεφεύρει τον ίδιο του τον εαυτό, αλλά μαζί και την ίδια την έννοια της μουσικής όπως τέλος πάντων την γνωρίζουμε. Η αποδόμηση της αποδόμησης λοιπόν, καθώς, βάζοντας στον ίδιο χώρο τον Βίκινγκ Thor των Swans με τις καμπάνες του, τον πολυοργανίστα γόνο Πακιστανών μεταναστών στην Νέα Υόρκη Shazhzad Ismailly, ένα κάρο παραγωγούς, και τον ίδιο, περιμένεις να γίνει της κολάσεως. Όπερ και γίνεται, με αναπάντεχα αποτελέσματα. Το A U R O R A αρχικά δεν μπορεί να χαρακτηριστεί σαν ένα τυπικό μουσικό album, αλλά σαν μια ηχητική επίθεση που απλά τυχαίνει να δανείζεται ορισμένα στοιχεία από drone, ambient, techno, industrial και σχιζοφρένεια. Πέντε ολοκληρωμένα κομμάτια που διανθίζονται με μικρά χαμηλής έντασης ιντερλούδια, χωρίς όμως να υπάρχει κάποια διέξοδο διαφυγής, παρά μόνο το οριστικό τέλος του δίσκου. Αυτισμός; Κατάθλιψη; Τάσεις ομαδικής αυτοκτονίας; Προσωπικά θα το ονόμαζα πρωτοπόρα τέχνη που δεν σου προσφέρει την αλήθεια της μονομιάς, αλλά σε αρχικό στάδιο σου διευρύνει οτιδήποτε ήξερες για τον μουσικό ή μη κόσμο. Βεβαίως, θα μπορούσε να ειπωθεί πως δεν υπάρχουν καθόλου ανάσες στον δίσκο, κι επίσης σε ορισμένα σημεία γίνεται ένα τέτοιο νταβαντούρι στους ήχους που ξεπερνιέται το όριο της ίδιας της εκκωφαντικότητας. Αυτό όμως είναι και το στοίχημα εδώ – να μην χρησιμοποιηθούν οι κλασσικοί τρόποι έκφρασης, αλλά να γεννηθεί μια νέα μουσική γλώσσα.
Εν κατακλείδι, ο δίσκος αυτός σίγουρα δεν έχει την λυρικότητα που έχουν οι προηγούμενες δουλειές του δημιουργού του, αλλά τελικά αυτή η προσπάθεια να ανασύρει από ένα βαθύ σκοτεινό λαγούμι τους μουσικούς εφιάλτες κάθε καθωσπρεπισμού έχεις ίσως μεγαλύτερη αξία από αυτήν που περιμέναμε εξ αρχής να της προσδώσουμε. Τυχαίνει, μάλιστα, ο συντάκτης του παρόντος να έχει τεστάρει την συναυλιακή έκδοση του δίσκου αυτού, όπου ο Ben πλαισιωνόταν από τον προαναφερόμενο πολυοργανίστα και τον drummer των Liturgy (βλ. hipster N.Y. black metal) και τα κομμάτια παρουσιάστηκαν με άλλη σειρά και σε μια πιο αυτοσχεδιαστική εκδοχή. Χωρίς φόβο λοιπόν, μέχρι το επόμενο βήμα στην ήδη πλούσια δισκογραφία του Ben Frost, ας απολαύσουμε την πρωτόγονα επικίνδυνη ανοικτότητα του A U R O R A.
Μπάμπης Κολτράνης