Το ντουέτο αυτό από την Toulouse με το ιδιότυπο αλλά περιεκτικό αυτό όνομα αποτελεί ένα σχήμα που έχουμε ακολουθήσει πιστά τα τελευταία δυο χρόνια τα δισκογραφικά του χνάρια. Ο λόγος είναι ότι η ανανεωτική ματιά του πάνω στο drone ambient και τον θορυβώδες αυτοσχεδιασμό κάνει εύκολα προσβάσιμο το μεγαλύτερο μέρος της ως τώρα δισκογραφίας του στον μέσο ακροατή (αν υπάρχει κάτι τέτοιο). Επίσης το επίπεδο των δουλειών τους μας έχει κάνει και να εμβαθύνουμε στην μουσική τους, αλλά και να ανακαλύψουμε αρκετά άλλα ενδιαφέροντα συγγενικά σχήματα.
Φαίνεται μάλιστα πως η απήχηση τους ολοένα διευρύνεται καθώς πληθαίνουν οι ζωντανές τους εμφανίσεις, ακόμη και δίπλα σε ονόματα όπως η Chelsea Wolfe, και γενικά δείχνουν μια εξωστρέφεια που μοιάζει ίσως αναντίστοιχη με την εσωστρεφή φύση της μουσικής τους. Έρχεται λοιπόν το φιλόδοξο Deep/Float να αποτελέσει το βήμα που θα τους κάνει να προχωρήσουν παραπέρα. Κάτι που φαντάζει εξ αρχής δύσκολο καθώς οφείλει να σταθεί δίπλα στο αρτιότατο ντεμπούτο τους που τόσες φορές έχουμε μνημονεύσει εδώ στο ats / αλλά και να μας πείσει για την δυνατότητα της μπάντας να ξεπερνά σε κάθε δισκογραφικό βήμα τον εαυτό της. Είναι εξάλλου τέτοια η φύση της πειραματικής μουσικής που η ανανέωση αποτελεί βασικό μέλημα των κάθε πιστών εκφραστών της.
Για να είμαστε ακριβείς, τίποτα δεν ακούγεται σε μεγάλο βαθμό αλλαγμένο στο νέο τους πόνημα, εκτός από το γεγονός πως αυτή η δουλειά δεν διατίθεται χωρίς ένα απαραίτητο χρηματικό αντίτιμο (ίσως λόγω και της βινυλιακής για πρώτη φορά κυκλοφορίας ενός δίσκου τους). Εδώ είναι όμως που ξεκινάνε τα προβλήματα καθώς αυτό το σχέδιο να βασιστούν σε ένα συνεχές τζαμάρισμα, τεμαχίζοντας το ηχογραφημένο υλικό σε περίπου ισοτομημένα κομμάτια, κάνει να το album να φαίνεται πως δεν έχει κορυφώσεις ή εναλλαγές στην ροή.
Οι ατμόσφαιρες μπορεί να επικαλύπτονται μεταξύ τους αλλά κάπου οι ήχοι δεν φτάνουν στο σημείο να ακούγονται πρωτότυποι ή έστω περιπετειώδεις. Όπως τόνισε εύστοχα ένας φίλος, η δουλειά αυτή αν και αξιόλογη, θυμίζει soundtracks ηλεκτρονικής μουσικής περασμένων δεκαετιών, τα οποία πλέον θεωρούμε κάπως ξεπερασμένα. Τα κομμάτια ακούγονται πιο γοητευτικά κατά μόνας, αλλά στον συγκεκριμένο χώρο, το ζήτημα δεν είναι η θέαση μιας πρόσκαιρης λάμψης αλλά το στήσιμο ενός πανοραμικού σκηνικού που θα επιτείνεται όσο είναι δυνατόν η διάρκεια του.
Ομολογουμένως οι Saaad επέλεξαν να μην βγάλουν έναν πανομοιότυπο δίσκο με τις παλιές τους δουλειές, καθώς διαφαίνεται η προσπάθεια να απλώσουν τις όποιες συνθετικές τους ιδέες σε πλάτος, σίγουρα σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι έπρατταν παλαιότερα. Αυτό όμως δεν τους βοήθησε να μην βγάλουν έναν δίσκο με πανομοιότυπες μεταξύ τους συνθέσεις και χωρίς οξυμένες γωνίες. Τους επόμενους μήνες αναμένεται η δεύτερη κατά σειρά δισκογραφική συνεργασία της μπάντας με τον EUS και τον Postdrome, οπότε έχουν την ευκαιρία να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις που μας γέννησε το μυστηριώδες Deep/Float.
Μπάμπης Κολτράνης