Ο Ghostface Killah ως μέλος των Wu-Tang Clan κατέχει σημαντικό μερίδιο στην hip-hop ιστορία. Οι Wu-Tang δεν πρόσφεραν απλά στον κόσμο θρυλικά κομμάτια και μερικούς από τους πιο προικισμένους rapper που έχουν υπάρξει. Άλλαξαν τον τρόπο που η βιομηχανία της αμερικάνικης μουσικής αντιμετώπιζε το hip-hop και άνοιξαν πόρτες για πολλούς καλλιτέχνες του είδους στα χρόνια που ακολούθησαν. Με λίγα λόγια, καλώς ή κακώς, πολλοί έφαγαν (χρυσό) ψωμάκι στο όνομα του RZA και της παρέας από το Staten Island. Κάποιοι εκ του συγκροτήματος κατάφεραν και αυτοί να γευτούν την επιτυχία με κυριότερους τον RZA ως παραγωγό και τον Method Man με εκατομμύρια πωλήσεις δίσκων και χολιγουντιανές εμφανίσεις. Ο Ghostface, όντας κατά τη γνώμη μου ο πιο χαρισματικός αφηγητής των εννέα Wu-Tang (μαζί με τον GZA), ξεκίνησε εντυπωσιακά την solo πορεία του με το κλασικό πλέον “Ironman” του 1996, μετρώντας 1-2 καλούς δίσκους στο ενδιάμεσο και αρκετές πιο mainstream προσπάθειες που ποτέ όμως δεν του απέφεραν την αναγνώριση που κανείς θα περίμενε. Η hip-hop σκηνή της Νέας Υόρκης είχε βρει άλλωστε τους καινούργιους της ήρωες. Τον NAS και τον Jay-Ζ.
Κάπως έτσι φτάνουμε στο “12 Reasons To Die”, όπου ο Ghost συνεργάζεται με τον παραγωγό και συνθέτη Adrian Younge. Ο Younge, εκτός των άλλων ιδιοκτήτης ενός καταστήματος βινυλίων στο LA, είναι καλά εκπαιδευμένος στην ψυχεδελική soul και τη spaghetti western μουσική των ’60’s και των ’70’s. Ακόμη και το artwork του εξώφυλλου παραπέμπει σε ταινία τρόμου της εποχής. Μάστορας του αναλογικού ήχου (το στούντιο του είναι απολύτως αναλογικό), κάτι που απεικονίζεται άψογα στον αυθεντικό ήχο του άλμπουμ. Επιπλέον, υπέγραψε την πλοκή του 12 Reasons To Die, που καταγράφει την ιστορία ενός ιταλού γκάνγκστερ (Starks) το 1968 που ερωτεύεται την κόρη του αφεντικού του. O “απείθαρχος” Starks δολοφονείται και το σώμα του λιώνει σε μια δεξαμενή με αιθυλεστέρα και πιέζεται σε 12 δίσκους βινυλίου, ένα για τον καθένα από τους επικεφαλής της οικογένειας. Αλλά, φυσικά, το δώρο έχει απρόβλεπτες συνέπειες, γιατί όταν ο δίσκος παίζεται, απελευθερώνει το πνεύμα του νεκρού, ο οποίος επιδιώκει αιματηρή εκδίκηση από τους δολοφόνους του ως ο αθάνατος Ghostface Killah. Ωραία πράγματα. Η κινηματογραφική διάθεση άπλετη, με τον Younge να έχει το ρόλο του σκηνοθέτη και τον Ghost του ηθοποιού.
… Αλλά όχι ενός κοινού ηθοποιού. Το “12 Reasons To Die” είναι μια ακόμη απόδειξη της ικανότητας ενός εξαιρετικού παραμυθά του δρόμου. Για αρχή το “Rise of the Black Suits» που τόσο επιδέξια μιμείται τις λούπες του RZA, ενώ τα ουρλιαχτά των backing vocals δίνουν την απαραίτητη κινηματογραφική πινελιά, στη συνέχεια το “Enemies All Around Me”, στο οποίο συναντάμε την επανασύνδεση του Ghost με τον ftontman των Delfonics, William Hart (οι δύο στο παρελθόν συνεργάστηκαν στο τραγούδι του 1996 ” After the Smoke is Clear”). Ένα σχεδόν απόκοσμο κομμάτι, στις παρυφές του trip-hop και των σκοτεινότερων στιγμών των Cypress Hill. Επιστέγασμα του άλμπουμ αποτελεί το “Rise of Ghostface Killah” με τα σαρωτικά backing vocals, τις spaghetti κιθάρες και τον Ghostface να ριμάρει με όλη του την τέχνη. Στο «Το Sure Shot, pt. 1 & 2″, τα live τύπμανα δίνουν το ρυθμό, ενώ οι βρώμικες κιθάρες κορνάρουν στο παρασκήνιο. Συμβαίνει συχνά τα ζωντανά συγκροτήματα να καταπίνουν έναν ράπερ, αλλά ο Younge και το πλήρωμά του μένουν συγκρατημένοι ακόμα και στις πιο έντονες στιγμές του δίσκου. Η “ταραντινική” ιστορία εκδίκησης και αιματοχυσίας κορυφώνεται στο “Murder Spree”, στο οποίο ο Ghost ερμηνεύει με τον παραδοσιακά βίαιο τρόπο που είναι ήδη σήμα κατατεθέν του για δεκαετίες τώρα.
Στην πραγματικότητα, για εκείνους οι οποίοι είναι επί μακρόν οπαδοί του Starks (του ήρωα της Marvel Comics που εμφανίζεται συχνά στις αφηγήσεις του Ghostface), το 12 Reasons To Die σίγουρα θα αποτελέσει ενδιαφέρουσα επιλογή από στιχουργικής άποψης. Αυτό όμως θα μπορούσε να αποτελεί και το μόνο μειονέκτημα του δίσκου. Ο Ghostface προσκολλάται σε αυτά που ξέρει ότι λειτουργούν. Βίαιες ρίμες, επιθετική διάθεση και πολλές υποσχέσεις. Τα κλασικά funk και soul στοιχεία των Wu-Tang είναι εμφανή σε όλη τη διάρκεια του δίσκου (παραγωγός άλλωστε είναι ο RZA). Η χημεία όμως με τον Younge λειτουργεί υποδειγματικά και ο Ghost επιστρέφει δημιουργικά στις δυνάμεις που τον ανέδειξαν ως έναν από τους πιο θρυλικούς ράπερ. Ο αδίστακτος εγκληματίας, ο πληγωμένος εραστής, ο μανιακός σαδιστής, όλες οι αγαπημένες μορφές γρασαρισμένες με μια γεναιόδωρη δόση έπαρσης. ” Revenge is felt like the heat from attack / … black super hero crime boss archnemesis / good verse eatin since the first book of Genesis / battle to the end that’s the way of the thriller / and stucks we’re reborn as the Ghostface killah”. Ούτε ψεγάδι αμφιβολίας. Κανένα ίχνος δισταγμού. Αν κάποιος έχει να μου διηγηθεί μια παλιά γκάνγκστερ ιστορία με τέτοιο στόμφο και άγρια διάθεση, ενώ παίζουν για υπόκρουση οι ήχοι της άγριας Δύσης και τα beat των Shaolin, τότε χαλάλι το deja vu. Πάω να φορέσω τα σπιρούνια μου.
Jester Pan