Όσο ανούσιο είναι το 2013 να παραθέσουμε κάτι παραπάνω από όσα έχουν γραφτεί για τους Joy Division, άλλο τόσο είναι να γράψουμε κάτι σύντομο για να περιγράψει την προσφορά και την αξία της φυσικής συνέχειας των προαναφερόμενων, με το όνομα New Order. Όχι πως δεν υπάρχουν άτομα τα οποία μετά την φυγή του Ian Curtis από τον μάταιο τούτο κόσμο, δεν μπορούν να χωνέψουν το μεγαλύτερο μέρος της δισκογραφίας της υπόλοιπης παρέας η οποία από το να επιστρέψει στο εργοστάσιο για το μεροκάματο, συνέχισε να βγάζει μουσική με άλλο όνομα. Ο κύριος λόγος ήταν και είναι πως η μετάβαση από τον βαθύ ήχο στο πιο φαινομενικά απλό και ας πούμε εμπορικό, έχει μια απόσταση καθόλα υπολογίσιμη.
Λοιπόν, αυτό εδώ το κατά μια έννοια μίνι album σίγουρα δεν αλλάζει το παραπάνω γεγονός σε καμία περίπτωση. Ασχέτως αν η μπάντα τα τελευταία χρόνια παίζει περισσότερο από ποτέ τραγούδια των JD όταν και θυμάται να βρίσκεται σε δράση, συνεχίζει να βγάζει αυτή την πιασάρικη νοσταλγία με τον ευχώνευτο pop ήχο τους. Σίγουρα σε μια πιο κιθαριστική κατεύθυνση, αλλά πάντα βγάζοντας μια ανεμελιά την οποία τόσοι μάταια θέλουν να αντιγράψουν στην μουσική τους.
Προσωπικά βρίσκω συγκινητικές στιγμές σε όλη την ως τώρα πορεία τους αν και ομολογουμένως δεν έχουν γράψει το απόλυτο αριστούργημα αλλά αμέτρητα επί μέρους αριστουργηματικά κομμάτια. Αν θυμάστε το αξιόλογο Waiting For The Siren’s Call του 2005 τότε απλά σκεφτείτε πως από τότε είχαν ξεμείνει κάμποσα κομμάτια με σκοπό να αποτελέσουν ένα άλλο ολοκληρωμένο δίσκο. Τα χρόνια πέρασαν και η μπάντα μετά την πρόσφατη πλήρη ενεργοποίηση της, χωρίς βέβαια με τον μπασίστα Peter Hook λόγω έντονων εσωτερικών προβλημάτων τους, αποφάσισε πως ήρθε η στιγμή να βγουν προς τα έξω αυτά τα τραγούδια. Η αλήθεια βέβαια είναι πως το σχέδιο έλεγε για κυκλοφορία το 2012 αλλά εμφανίστηκαν προβλήματα με τα πνευματικά δικαιώματα που ζητούσε ο προαναφερόμενος γενειοφόρος.
Χρειάστηκε η ακρόαση ενός και μόνο κομματιού για να προσπεράσω τις όποιες εύλογες σκέψεις μου για μια αρπαχτή εκ μέρους τους. Αυτό είναι το “I ‘ll Stay With You” το οποίο αποτελεί άλλο ένα τυπικό δείγμα λιτού, ευαίσθητου και καθόλα εύστοχου τραγουδιού της μπάντας. Υπάρχουν όμως κι άλλα κομμάτια εδώ που δεν άξιζε να μείνουν στο ράφι όπως το ψιλομελαγχολικό a la Manic Street Preachers “Californian Grass”. Στην πορεία της ακρόασης του δίσκου σίγουρα δεν επιφυλάσσονται εκπλήξεις πέρα ίσως από το γεγονός πως οι συνθέσεις έχουν σε ορισμένες περιπτώσεις έναν τρόπο ανάπτυξης «προοδευτικό».
Ιδωμένο ως φυσική συνέχεια του προηγούμενου δισκογραφικού τους βήματος, πέρα από το να θυμίζει κατά στιγμές δικά τους πρότερα κομμάτια, κατακτά μετά από λίγες ακροάσεις την αυταξία του. Ούτε ξεπέτα λες τα εφτά αυτά κομμάτια συν το remix στο “ I Told You So”, ούτε κάτι όμως που θα αλλάξει την πορεία του σχήματος. Αναμφισβήτητα όμως, ακόμη και σήμερα, αποτελούν μια από τις ελαχιστότατες ποιοτικές επιλογές που μπορείς να χαρείς στο ραδιόφωνο και να χορέψεις σαν χαζεμένος Βρετανός τουρίστας σε νησιωτικό club το καλοκαίρι.
Μπάμπης Κολτράνης