
Στα καλά καθούμενα, στην απαρχή ενός χειμώνα χωρίς πετρέλαιο, ελπίδα και λεφτά, βάζεις έναν ολοκαίνουργιο, υποτίθεται punk rock δίσκο να παίξει και το πρώτο ρεφρέν που έρχεσαι φάτσα κάρτα λέει επί λέξει “Shining On In Stormy Weather”! Συγνώμη μάγκες με το ότι να ναι όνομα αλλά το Gainesville δεν βρίσκεται στην Αυστραλία να μου κάνετε χριστούγεννα με μαγιό και αγιοβασίλικες ψεύτικες γενιάδες αλλά στην κρύα, αυτόν τον καιρό, Florida. Επειδή εσάς σας ήρθε μετά από εφτά χρόνια να βγάλετε ολοκληρωμένο δίσκο, δύο χρόνια μετά το split με τους Toys That Kill, δεν θα μας κάνετε να χαλάσουμε τα ξινισμένα μούτρα μας που περιμένουν οι δημοσιογράφοι με αδημονία να απαθανατίσουν ως το τέλειο ντεκόρ της περιβόητης οικονομικοκοινωνικοπολιτικοτιδήποτε κρίσης.
Εν τω μεταξύ, όσο προχωράει ο δίσκος οι τύποι συνεχίζουν τον χαβά τους. Τραγούδια που κάνουν ένα γενικό ρεκτιφιέ στην διάθεση, σε κάνουν να κουνιέσαι σαν δεκάχρονο που ακούει πρώτη φορά τους Beatles και να νιώθεις την βλάχικη ανάσα του τραγουδιστή να σφυρίζει πίσω από τον ώμο σου. Οι συγκεκριμένοι μπορεί να ανήκουν στην γενιά της τοπικής σκηνής που βγήκε μετά το μπαμ των Hot Water Music, αλλά καμία σχέση δεν έχουν με τις αγωνιώδεις προσπάθειες των άλλων συγκροτημάτων, που παρεπιμπτόντως διετέλεσαν σε αρκετά από αυτά μέλη τους (βλ. κλασσική περίπτωση των μουσικών της συγκεκριμένης πόλης), να ανανεώσουν τον μετά-hardcore ήχο. Αυτό που κοιτάνε είναι να αναμίξουν rock n roll, country, μελωδίες που αφήνουν βραχνιασμένο τον πομπό και τον δέκτη τους, με αμέτρητες μπύρες που συνοδεύουν αμέτρητες πρόβες, ένας περίεργος συνδυασμός που συνήθως όποιοι-ες τον δοκιμάζουν δεν πέφτουν έξω.
Το θέμα είναι να παίρνεις σοβαρά την αστεία πλευρά του εαυτού σου και του κάθε τι που ασχολείσαι, κάτι στο οποίο οι GC παίρνουν άριστα. Στίχοι που αξίζει να τους ακολουθά κανείς τραγουδώντας τους και εκτός μπανιέρας, τραγούδια που μπορεί να τα ακούς σφηνωμένος στην τετρακίνητη κίνηση και να φαντάζεσαι πως πας για ψάρεμα και μια αίσθηση πως ασχέτως πόσο μετρίως μέτρια είναι τα πράγματα γύρω σου, όλα στο τέλος θα πάνε καλά.
Το δισκάκιον ακούγεται χωρίς διακοπή, συνιστάται με παρέα ως μια πραγματική μέθοδος κοινωνικής δικτύωσης και προβλέπεται να κερδίσει με άνεση τον τίτλο του “Feel Good Album Of The Year” τον οποίο θέσπισαν εν αγνοία τους οι ανενεργοί πλέον No Use For A Name και ο μακαρίτης τραγουδιστής τους Tony Sly.
Μπάμπης Κολτράνης