Τί πιο προβλέψιμο μπορεί να κάνει ένας μουσικός που έχει παρατήσει το δημιουργικό κομμάτι και έχει επικεντρωθεί στο δισκογραφικό του label, από το να μαζέψει καταχωνιασμένα του τραγούδια σε έναν δίσκο γιορτάζοντας τα νιοστά του χρόνια παρουσίας στο στερέωμα; Εντάξει αλλά μιλώντας για τον Mike Paradinas τίποτα δεν μπορεί να βαίνει μουσικώς φυσιλογικά. Ερχόμενος λίγο μετά το εμφατικό μπαμ της ηλεκτρονικής μουσικής στις αρχές των 90’s, πρόσθεσε το δικό του λιθαράκι για το χτίσιμο του πρωτοποριακού idm (intelligent dance music) ήχου.
Κοιτάζοντας το εξώφυλλο του δίσκου, βλέπουμε έναν έφηβο, μόνο που ο εικονιζόμενος μουσικός την εποχή που χρονολογούνται τα κομμάτια, ήταν 22-25 χρονών. Εδώ λοιπόν είναι και το σημείο κλειδί καθώς τα δημιουργήματα του όπως σχεδόν όλο το κατατεθειμένο του υλικό, παλιμπαιδίζουν και μικροδείχνουν συνεχώς. Ένα ατέλειωτο και ασουλούπωτο στριφογύρισμα μεταξύ idm, acid, techno και ambient μας μεταφέρει ως deja vu στην εποχή που τα όρια μεταξύ των διαφορετικών ιδιωμάτων στην ηλεκτρονική μουσική ήταν αόρατα.
Ο ίδιος σήμερα κρατά αποστάσεις από το συγκεκριμένο υλικό, καθώς παραδέχεται πως τότε αντέγραφε μουσικά τον Aphex Twin. Όντως ο Ριχάρδος τον είχε συμπεριλάβει από την αρχή σχεδόν στο δυναμικό της εταιρίας του, όπως και είχε συνεργαστεί δισκογραφικά μαζί του μετέπειτα. Περιέργως όμως εδώ βρίσκουμε ένα κομμάτι, το “Toy Gun 2”, που διαθέτει ένα σκληρό beat το οποίο συναντάμε πολύ αργότερα ως εισαγωγή σε ένα κομμάτι του Aphex Twin από το αριστουργηματικό Drukqs.
Ομολογουμένως περισσότερες ομοιότητες θα συναντήσουμε εδώ με τα μνημειώδη μέρη των Selected Ambient Works ή τα b-sides της αρχικής περιόδου του Aphex παρά με το επικείμενο νέο υλικό που ετοιμάζει ο Mike συνεργαζόμενος με την σύντροφο του, με τίτλο Heterotic. Πάντως ο Mike δεν στοχεύει προς ένα σκοτεινό βύθισμα αλλά προς ένα ανέμελο παιχνίδι διαφόρων αποχρώσεων. Καθώς η μελαγχολική διάθεση λείπει παντελώς, υπάρχουν μόνο οι ηλεκτρονικοί ήχοι οι οποίοι είναι είτε γλυκοί, είτε σκληροτράχηλοι, αλλά ποτέ έντονοι ή δραματικοί.
Σίγουρα οι νοσταλγοί εκείνης της περιόδου που ακολουθούν φανατικά, ονόματα όπως οι Autechre και οι Plaid, θα βρούνε δικαίως τον δίσκο αυτόν παραπάνω από ενδιαφέρον. Για να μην αναφέρουμε και τους φίλους των Στέρεο Νόβα που ακούγοντας για παράδειγμα το “Pollux” θα θυμηθούν περασμένα μεγαλεία. Από την άλλη, δεν καταλαβαίνω αφενός γιατί να βγουν αρχικά μόνο 300 βινυλιακά αντίτυπα τα οποία και εξαντλήθηκαν αμέσως, αφετέρου να προστεθούν άλλη μια αρμαθιά κομμάτια εκείνης της περιόδου ως bonus τα οποία δύσκολα ακούγονται. Ας μείνουμε όμως στα δώδεκα βασικά κομμάτια της κυκλοφορίας, αναλογιζόμενοι πόσο γρήγορα στην σύγχρονη μουσική κάτι αποκτά τον χαρακτήρα του ρετρό.
Μπάμπης Κολτράνης