Tomahawk – Oddfellows (ipecac)

Tomahawk-againstthesilence.wordpress.com

Περιέργως, ενώ κλείνουμε σε λίγες μέρες ένα χρόνο αδέξιων καταγραφών των πραγμάτων που κυκλοφορούν μεταξύ των ηχείων μας (που δεν αλλάζουμε ποτέ)  και των εγκεφαλικών μας κυττάρων, δεν είχαμε διασταυρωθεί  με την εκκεντρική μορφή του Mike Patton. Ναι, δεν είναι μόνο οι Faith No More με την χορταστική δισκογραφία που αξίζουν υμνολογίες και μελετηρή ενασχόληση. Οι Mr. Bungle ήταν βέβαια πιο άναρχοι χωρίς να αφήνουν κανένα μουσικό είδος όρθιο, αλλά δικαίως θεωρούνται σήμερα ένα cult συγκρότημα. Οι Fantomas από την άλλη ήταν το supergroup του μέλλοντος, αγγίζοντας κυριολεκτικά τα άκρα των πάντων. Αν πιάσουμε τώρα τα προσωπικά του album, τις συνεργασίες και τα διάφορα projects, δεν θα φτάσουμε ποτέ στο σχήμα που θα μπορούσε να ήταν η φυσική συνέχεια των FNM κατά έναν τρόπο. Αυτό βέβαια δεν ήταν ποτέ ο σκοπός τους αν και με συμπαίκτες τον κιθαρίστα των Jesus Lizard, τον drummer των Helmet και αρχικά τον μπασίστα των Cows, την σχιζοφρένεια και συνάμα την πρωτότυπη μουσική γραφή την έχεις στο τσεπάκι σου.

Μετά λοιπόν από μια τριπλέτα ανόμοιων δίσκων που περιλάμβαναν ένα αμήχανο ντεμπούτο, ένα αριστουργηματικό δεύτερο album και ένα περίεργο τρίτο με ινδιάνικους ύμνους, επανέρχονται κυριολεκτικά από το πουθενά με νέο υλικό. Στο μπάσο είναι τώρα ο Trevor Dunn των Mr. Bungle, δίνοντας μια πιο βιρτουόζικη αίσθηση στο παίξιμο της μπάντας, αλλά πέρα αυτού τίποτα δεν φαντάζει αλλαγμένο. Μας ξαναθυμίζουν το υπονοούμενο που είχε τεθεί στο ντεμπούτο τους πως η ισχυρή περσόνα της μπάντας δεν είναι ο Patton αλλά ο Duane Dennison των JL που η ιστορία της μουσικής θα αργήσει ακόμη να τους καταξιώσει όπως οφείλει. Με τις περίεργες συγχορδίες και τις κρυφές αλλαγές, τείνει να θέτει τις βάσεις σχεδόν κάθε σύνθεσης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το ομώνυμο εναρκτήριο κομμάτι όπου το ριφάκι προέρχεται από το οπλοστάσιο της προαναφερόμενης μπάντας. Ένα ενδιαφέρον κομμάτι αλλά σίγουρα όχι κατάλληλο για ξεκίνημα ενός δίσκου, με την δύσκολη μελωδία και το αργόσυρτο τέμπο.

Από την άλλη, για να μην υπερβάλλουμε, υπάρχουν κομμάτια τα οποία αν και δεν σου γεμίζουν με την πρώτη το …αυτί, στη συνέχεια τα σιγοτραγουδάς στα επόμενα 24ωρά (βλ. Stone Letter, I Can Almost See Them, White Hats/Black Hats). Γεγονός που σπανίζει στις τελευταίες ας πούμε rock κυκλοφορίες, όπου οι μελωδίες είτε είναι υποτονικές, είτε υποτυπωδώς διακριτές μέσα στον αχό των ατμοσφαιρικών ηχητικών «ρυπάνσεων». Όσο για την περιβόητη φωνή, αν και επαναλαμβάνεται, έχει και εδώ τις εξαίρετες στιγμές της.

Πραγματικά δεν γίνεται να μην προσεγγίσεις με συμπάθεια κάθε βήμα και αυτής της μπάντας του Μιχαλάκη, αλλά όταν αυτό που περιμένεις δεν βγαίνει «στο χορτάρι», ίσως απογοητεύεσαι περισσότερο από όσο πρέπει. Ίσως μια παραπάνω ευκαιρία να την αξίζει το album. Την περίοδο όμως που βγαίνει τόση και τέτοιας ποιότητας μουσική, ίσως είναι προτιμότερο να μην στεκόμαστε πολύ σε κολλήματα του παρελθόντος μας. Κάθε πισωγύρισμα εξάλλου ίσως να φέρνει την μυρωδιά της ναφθαλίνης.

Μπάμπης Κολτράνης

One Comment Add yours

Leave a comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.