Matt Skiba & The Sekrets – Hot Water Music – Pennywise

Η επιθετική μουσική καλείται πέρα από οξύ ήχους να κουβαλά και έναν ριζοσπαστισμό στον τρόπο που εκφράζεται. Η ιστορία του punk έδειξε πως στα πρώτα χρόνια της εμφάνισης του παρείχε μια νέου είδους γλώσσα επικοινωνίας για τους φορείς του, δύσκολα αφομοιώσιμη και εν τέλει απορριπτέα από το δισκογραφικό και όχι μόνο σύστημα της εποχής. Από παραδείγματα περιπτώσεων αυτού του είδους σχημάτων έχουμε αμέτρητα, αλλά ίσως αυτό που αξίζει μια ξεχωριστή αναφορά είναι οι Crass οι οποίοι αρκετές φορές ήρθαν σε ευθεία σύγκρουση με τις αρχές, στήριζαν κοινωνικά εγχειρήματα, εμπλούτιζαν την μουσική τους με πειραματισμούς, είχαν σαφή πολιτική ταυτότητα και ταυτόχρονα απευθύνονταν σε τόσο κόσμο που αν τους επιτρεπόταν η πρόσβαση στα charts τότε, θα κατακτούσαν με άνεση την κορυφή τους! Οι ίδιοι ήταν εξάλλου αυτοί που βροντοφώναξαν “Punk Is Dead” το 1978, την περίοδο που άρχιζε να γίνεται μόδα.

Ας αφήσουμε όμως την πολιτική και μουσική προίκα των Βρετανών Crass ευχαριστώντας όποια αόρατη ή ορατή δύναμη δεν τους επαναφέρει σε ένα αχαρακτήριστο reunion και ας έρθουμε στο σήμερα ενθυμούμενοι πως σε όλη την διάρκεια των 90s είχαμε μια επανάληψη του σκηνικού επαναφοράς του punk rock στην μόδα με ακόμη πιο θεαματικούς όρους. Ας εξετάσουμε λοιπόν τρία σχήματα που τότε πρωταγωνίστησαν, τί σόι λόγους βρίσκουν να συνεχίζουν δισκογραφικά την παρουσία τους στο στερέωμα.

Matt Skiba & The Sekrets – Babylon (Century Media/Superball Music)

Μπορεί σε ορισμένους-ες να μην λέει τίποτα το όνομα του Matt Skiba αλλά υπήρχε μια εποχή που δεν ήταν τόσο ηλίθιο να φοράς μπλουζάκι ή να έχεις τατού των Alkaline Trio, στους οποίους ήταν και παραμένει ο babyface, frontman,κιθαριστοσυνθέτης , και δίσκοι όπως το Maybe I΄ll Catch Fire και τραγούδια όπως το “Private Eye” έκαναν την πιτσιρικαρία να πίνει νερό και μπύρα στο όνομα τους. Τα χρόνια, το underground, οι πολυεθνικές, οι ουσιαστικοί δίσκοι, οι προσπάθειες του Matt να ξεφύγει λίγο από την φόρμα των συνθέσεων του με το Crimson των Alkaline Trio και την δουλειά των Heavens, πέρασαν ανεπιστρεπτί.

Τι μένει λοιπόν από τουρνέ και επανεκδόσεις παλαιού υλικού; Αρκετός ελεύθερος χρόνος, κάτι στο οποίο στηρίχτηκε για να βγάλει ολόκληρο προσωπικό δίσκο με συνεργάτες τον μπασίστα των AFI και τον ντράμερ των My Chemical Romance. Εγγυημένη δηλαδή εμπορική επιτυχία που πατά στην σιγουριά του pop punk.

Για να πούμε όμως και του μονόφθαλμου το δίκαιο, ο δίσκος ακούγεται ευχάριστα, έχει τα σουξέ του και δικαίως μπορεί να θεωρηθεί ισάξιος για να μην πω ανώτερος από τις τελευταίες δουλειές των ΑΤ. Εξάλλου μπορεί να λείπει η συνεισφορά του Dan από το προαναφερθέν σχήμα, η οποία είναι σημαντικότατη μα και παραγκονισμένη, αλλά όλα τα υπόλοιπα στοιχεία βρίσκονται εδώ για να θεωρήσουμε αυτόν το Babylon έναν σχεδόν AT δίσκο. Με ότι εμπορικό, επαναλαμβανόμενο στους σκοτεινο-ευαίσθητους στίχους και στα μουσικά μοτίβα σημαίνει αυτό.

Hot Water Music – Exister (rise records)

Οι HWM χωρίς υπερβολή έσωσαν στα τέλη της δεκαετίας του ’90 το punk rock. Αναδεικνύοντας έναν ήχο που δύσκολα καταχωρούνταν κάπου, με τα διπλά βραχνά φωνητικά, τον όγκο και το βάθος των συνθέσεων τους, τους ειλικρινείς στίχους τους και την αισθητική σφραγίδα στα εξώφυλλα των δίσκων τους του Scott Sinclair, αποτέλεσαν ένα από τα συγκροτήματα αναφοράς για τις επόμενες γενιές.

Το τέλος του 2004 δεν ήταν, τί έκπληξη, οριστικό και επανέρχονται σήμερα με νέο δίσκο, αρκετά φιλόδοξο αλλά και επίφοβο, έχοντας να λάβει την σκυτάλη από μια πλούσια πρότερη δισκογραφία. Ισχύει πως οι τύποι ποτέ δεν έβγαλαν πανομοιότυπους δίσκους και ποτέ δεν αρκέστηκαν σε ότι κατάφερναν μουσικά, αν και προσωπικά μιλώντας, η θητεία τους στην no idea records πριν μεταπηδήσουν στην εμπορικότερη ανεξάρτητη εταιρία όλων των εποχών epitaph και γίνουν διάσημοι, κρύβει περισσότερο ζουμί.

Εδώ λοιπόν ναι μεν χρησιμοποιούν κατά κόρον τις ταχύτητες του πιο εμπορικού τους δίσκου, του Caution, αλλά βγάζουν μια νέα αίσθηση, περισσότερο συναυλιακή. Από την άλλη αυτή η υπερπαραγωγή στον ήχο θυμίζει ακουστικά τον τελευταίο δίσκο των Pearl Jam και όχι ένα punk rock πόνημα. Καλή η καθαρότητα αλλά είναι η μισή αρχοντιά, έννοια αντίθετη με την βρωμιά της επιθετικής μουσικής.

Πέρα από τις ενστάσεις ακόμη και για την απαράδεκτη για το ρόστερ της Rise records που ανέλαβε την κυκλοφορία του άλμπουμ, τα ίδια τα τραγούδια εκτός από ορισμένες φωτεινές εξαιρέσεις, (“Mainline”,”Exister”,”Wrong Way”,”No End Left In Sight) ακούγονται απλώς συμπαθητικά. Ενώ η μπάντα είναι απίστευτα δεμένη, οι φωνές του Chuck και του Chris βγαίνουν πιο απελευθερωμένες από ποτέ και ο δίσκος προορίζεται για πολλές ακροάσεις, η σκέψη πάει συνέχεια στο παρελθόν του group. Ίσως τελικά να παραείναι βαριά η ιστορία των HWM με δίσκους όπως τα Fuel For The Hate Game και Forever And Counting, για να της αντιπαρέλθουν έτσι εύκολα.

Pennywise – All Or Nothing (epitaph records)

Δίσκος νούμερο 10 για τους αθεόφοβους Καλιφορνέζους. Ανακεφαλαιώνοντας τα δεδομένα μας έχουμε: μπάντα άκρως πετιχυμένη, αμερικανάκια με ψήγμτα συνείδησης, μίξη παλιού-νέου punk με hardcore. Προσθέτουμε την φυγή του Jim από το μικρόφωνο και την αντικατάσταση του με τον Zoli των Ignite και μας βγάζει ως υπόλοιπο έναν νέο δίσκο πρόκληση για τους δημιουργούς του. Όχι μόνο γιατί το να αλλάξεις τον τραγουδιστή σε μια μπάντα είναι μαι άκρως παρακινδυνευμένη επιλογή, αλλά και γιατί παρουσιάζεται μοναδική ευκαιρία τον τρόπο μουσικής γραφής ο οποίος παραμένει εκνευριστικά πανομοιότυπος εδώ και πολλά χρόνια, μιας και ο πρώην τραγουδιστής ήταν ένας από τους βασικούς συνθέτες και στιχουργούς του group.

Αμ δε. Είναι μεγάλο το ρίσκο να φτιάξεις κάτι καινούργιο και ίσως διαφορετικό από τα παλιά album που να απογοητεύσει τους πιστούς οπαδούς του συγκροτήματος. Αν σας ακούγεται κάπως συντηρητικό αυτό, είναι γιατί όντως είναι. Το All Or Nothing λοιπόν είναι ακριβώς ότι περίμενε ο μέσος ακροατής του σχήματος να ακούσει, που το έχει ήδη ακούσει και που θα συνεχίζει να το ακούει μέχρι να βαρεθεί και να το γυρίσει στην γιόγκα ως τρόπο εκτόνωσης. Καμία διάθεση ανανέωσης του ήχου ή αποφυγής των κλισέ τους. Ακόμη και η δυνατότητα να βγει κάτι ενδιαφέρον από την επιμειξία του υψίφωνου Zoli με τα πρότερα μοτίβα της μπάντας, περιορίζεται σε 2-3 κομμάτια του δίσκου που είναι και τα πιο hardcore στην μορφή.

Η πλάστιγγα γέρνει κυρίως προς τις προηγούμενες δουλειές τους, λιγότερο προς τους Ignite και ελαφρώς προς τους Offspring! Ο λόγος για το τελευταίο γεγονός είναι πως η ατολμία του Zoli να μην ξεφύγει από την έτσι και αλλιώς διαφορετική και πιο μπάσα φωνή του προκάτοχου του, τον οδηγεί να τραγουδά συγκρατημένα και σε συνδυασμό με κάποια δανεισμένα θέματα, να βγαίνει ένας γενικότερα μαλακός ήχος.

Όταν μιλάμε για για δανεισμό, εννοούμε πως έχουν ξεπατικώσει τίτλους από τραγούδια άλλων, ριφάκια και στίχους από το ίδιο τους το παρελθόν. Ίσως το μοναδικό ξεκάθαρο θετικό στοιχείο του δίσκου να είναι πως πρόκειται για δημιούργημα των Pennywise, άρα ένα μεστό και καλοπαιγμένο σπιντάτο μελωδικό punk rock σύνολο τραγουδιών. Μετά από 24 χρόνια πορείας, σίγουρα δεν αρκεί το παραπάνω συμπέρασμα, ειδικά όταν ενώ στιχουργικά επικαλείται επαναστάσεις, μάλλον νιώθει βολικά δεμένο στις αλυσίδες του που κανονικά θα ήθελε να αποτινάξει, μουσικά αλλά και ιδεολογικά.

Μπάμπης Κολτράνης

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.